κράνειον: Difference between revisions

nl
(21)
(nl)
Line 12: Line 12:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κράνειον]] και [[κράνιον]], και [[κράνεον]], τὸ (Α)<br />ο [[καρπός]] της κρανιάς.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κρανεία]] «[[κρανιά]]», με [[αλλαγή]] γένους].
|mltxt=[[κράνειον]] και [[κράνιον]], και [[κράνεον]], τὸ (Α)<br />ο [[καρπός]] της κρανιάς.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κρανεία]] «[[κρανιά]]», με [[αλλαγή]] γένους].
}}
{{elnl
|elnltext=κράνειον -ου, τό, Ion. κράνιον [κράνεια] kornoeljebes.
}}
}}