ἀέκητι: Difference between revisions

1
(2)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀέκητῐ:''' Επικ. επίρρ., [[εναντίον]] της θέλησης κάποιου, σε Όμηρ.· με γεν., [[σεῦ]] [[ἀέκητι]], [[ἀέκητι]] [[σέθεν]], Λατ. te [[invito]]· [[θεῶν]] [[ἀέκητι]], [[ἀέκητι]] [[θεῶν]], στον ίδ.
|lsmtext='''ἀέκητῐ:''' Επικ. επίρρ., [[εναντίον]] της θέλησης κάποιου, σε Όμηρ.· με γεν., [[σεῦ]] [[ἀέκητι]], [[ἀέκητι]] [[σέθεν]], Λατ. te [[invito]]· [[θεῶν]] [[ἀέκητι]], [[ἀέκητι]] [[θεῶν]], στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀέκητῐ:''' praep. [[cum]] gen. против воли, наперекор, вопреки (τινος Hom.).
}}
}}