ἀκίχητος: Difference between revisions

1
(2)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀκίχητος:''' [ῐ], -ον ([[κιχάνω]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που δεν φθάνεται, [[ανέφικτος]], σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για πρόσωπα, αυτός που δεν προσεγγίζεται με ικεσίες ή παρακλήσεις, [[αμείλικτος]], [[σκληρός]], σε Αισχύλ.
|lsmtext='''ἀκίχητος:''' [ῐ], -ον ([[κιχάνω]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που δεν φθάνεται, [[ανέφικτος]], σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για πρόσωπα, αυτός που δεν προσεγγίζεται με ικεσίες ή παρακλήσεις, [[αμείλικτος]], [[σκληρός]], σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀκίχητος:''' <b class="num">1)</b> недосягаемый, неуловимый Hom.;<br /><b class="num">2)</b> недоступный, неумолимый (ἤθεα [[Διός]] Aesch.).
}}
}}