3,274,216
edits
(3) |
(1) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀπειλητήριος:''' -α, -ον ([[ἀπειλέω]]), [[απειλητικός]], αυτός που στοχεύει στο να εκφοβίσει, να φοβερίσει, <i>λόγοι</i>, σε Ηρόδ. | |lsmtext='''ἀπειλητήριος:''' -α, -ον ([[ἀπειλέω]]), [[απειλητικός]], αυτός που στοχεύει στο να εκφοβίσει, να φοβερίσει, <i>λόγοι</i>, σε Ηρόδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀπειλητήριος:''' грозящий, угрожающий (λόγοι Her.). | |||
}} | }} |