ἀπαιτίζω: Difference between revisions

1
(3)
(1)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀπαιτίζω:''' μόνον στη μτχ. ενεστ., = [[ἀπαιτέω]], [[απαιτώ]] να μου επιστραφεί [[κάτι]], <i>χρήματα</i>, σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''ἀπαιτίζω:''' μόνον στη μτχ. ενεστ., = [[ἀπαιτέω]], [[απαιτώ]] να μου επιστραφεί [[κάτι]], <i>χρήματα</i>, σε Ομήρ. Οδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπαιτίζω:''' Hom. = [[ἀπαιτέω]].
}}
}}