αὐτόπρεμνος: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''αὐτόπρεμνος:''' -ον ([[πρέμνον]]), αυτός που έχει μαζί του τη [[ρίζα]], που είναι μαζί με τη [[ρίζα]] και τα κλαδιά, σε Σοφ., Αριστοφ.· [[αὐτόπρεμνος]] τι διδόναι, παραδίδομαι στην απόλυτη [[κατοχή]], σε Αισχύλ.
|lsmtext='''αὐτόπρεμνος:''' -ον ([[πρέμνον]]), αυτός που έχει μαζί του τη [[ρίζα]], που είναι μαζί με τη [[ρίζα]] και τα κλαδιά, σε Σοφ., Αριστοφ.· [[αὐτόπρεμνος]] τι διδόναι, παραδίδομαι στην απόλυτη [[κατοχή]], σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''αὐτόπρεμνος:''' <b class="num">1)</b> вместе с корнем (δένδρα αὐτόπρεμνα ἀπόλλυται Soph.);<br /><b class="num">2)</b> перен. целиком и полностью (αὐτόπρεμνον [[διδόναι]] τι Aesch.);<br /><b class="num">3)</b> ирон. огромный, буйно разросшийся (λόγοι Arph.).
}}
}}