βουκόλημα: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''βουκόλημα:''' -ατος, τό, [[εξαπάτηση]], [[ξεγέλασμα]]· <i>τῆς λύπης</i>, σε Βάβρ.
|lsmtext='''βουκόλημα:''' -ατος, τό, [[εξαπάτηση]], [[ξεγέλασμα]]· <i>τῆς λύπης</i>, σε Βάβρ.
}}
{{elru
|elrutext='''βουκόλημα:''' ατος τό смягчение, утоление (τῆς λύπης Babr.).
}}
}}