ἑκατογκεφάλας: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἑκᾰτογκεφάλας:''' γεν. -α, ὁ ([[κεφαλή]]), αυτός που έχει [[εκατό]] κεφάλια, σε Πίνδ.· ομοίως μεταγεν., ἑκατογ-[[κέφαλος]], <i>-ον</i>, σε Ευρ., Αριστοφ.
|lsmtext='''ἑκᾰτογκεφάλας:''' γεν. -α, ὁ ([[κεφαλή]]), αυτός που έχει [[εκατό]] κεφάλια, σε Πίνδ.· ομοίως μεταγεν., ἑκατογ-[[κέφαλος]], <i>-ον</i>, σε Ευρ., Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἑκατογκεφάλας:''' α adj. Pind., Arph. = [[ἑκατογκέφαλος]].
}}
}}