ἐκνοσφίζομαι: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐκνοσφίζομαι:''' αποθ., [[σφετερίζομαι]], [[οικειοποιούμαι]], σε Ανθ.
|lsmtext='''ἐκνοσφίζομαι:''' αποθ., [[σφετερίζομαι]], [[οικειοποιούμαι]], σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐκνοσφίζομαι:''' отнимать для себя, присваивать себе (σκῆπτρόν τινος Anth.).
}}
}}