ἐκπαφλάζω: Difference between revisions

2
(10)
(2)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐκπαφλάζω]] (Α)<br />βράζοντας [[φουσκώνω]] και χύνομαι έξω.
|mltxt=[[ἐκπαφλάζω]] (Α)<br />βράζοντας [[φουσκώνω]] και χύνομαι έξω.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐκπαφλάζω:''' (о кипящей жидкости) выливаться через край (τὸ ὕδορ ζέον ἐκπαφλάζει Arst.).
}}
}}