ἐξολοθρεύω: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 16: Line 16:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐξολοθρεύω:''' μέλ. <i>-σω</i>, [[καταστρέφω]] εντελώς, [[αφανίζω]], σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''ἐξολοθρεύω:''' μέλ. <i>-σω</i>, [[καταστρέφω]] εντελώς, [[αφανίζω]], σε Καινή Διαθήκη
}}
{{elru
|elrutext='''ἐξολοθρεύω:''' истреблять, pass. истребляться, гибнуть (ἐξολοθρευθήσεται ἐκ τοῦ λαοῦ NT).
}}
}}