κλυτοεργός: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κλῠτοεργός:''' -όν (*[[ἔργω]]), [[περίφημος]], [[ξακουστός]] για την [[εργασία]] του, σε Ομήρ. Οδ., Ανθ.
|lsmtext='''κλῠτοεργός:''' -όν (*[[ἔργω]]), [[περίφημος]], [[ξακουστός]] για την [[εργασία]] του, σε Ομήρ. Οδ., Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''κλῠτοεργός:''' славящийся своими произведениями, замечательно искусный ([[Ἣφαιστος]] Hom.; [[Τύχη]] Anth.).
}}
}}