λεῖμμα: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''λεῖμμα:''' -ατος, τό, = [[λείψανον]], σε Πλούτ.· <i>τοῦ παιδὸς τὰ λείμματα</i>, ό,τι απέμεινε από αυτόν, απομεινάρια του, λείψανα, σε Ηρόδ.
|lsmtext='''λεῖμμα:''' -ατος, τό, = [[λείψανον]], σε Πλούτ.· <i>τοῦ παιδὸς τὰ λείμματα</i>, ό,τι απέμεινε από αυτόν, απομεινάρια του, λείψανα, σε Ηρόδ.
}}
{{elru
|elrutext='''λεῖμμα:''' ατος τό [[λείπω]]<br /><b class="num">1)</b> оставшаяся часть, остаток Her., Plut.;<br /><b class="num">2)</b> часть, (несколько) меньше половины Plut.;<br /><b class="num">3)</b> муз. полутон, диез Plat. ap. Plut.
}}
}}