μονόστιχος: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μονόστιχος:''' -ον, αυτός που αποτελείται από έναν μόνο στίχο, σε Ανθ.· <i>τὰ μονόστιχα</i>, μονόστιχα, σε Πλούτ.
|lsmtext='''μονόστιχος:''' -ον, αυτός που αποτελείται από έναν μόνο στίχο, σε Ανθ.· <i>τὰ μονόστιχα</i>, μονόστιχα, σε Πλούτ.
}}
{{elru
|elrutext='''μονόστῐχος:''' состоящий из одного лишь стиха ([[ἐπίγραμμα]] Anth.): τὰ μονόστιχα Plut. одностишия.
}}
}}