προσκερδαίνω: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προσκερδαίνω:''' μέλ. <i>-ᾰνῶ</i>, [[κερδίζω]] [[ακόμη]] περισσότερο, σε Δημ.
|lsmtext='''προσκερδαίνω:''' μέλ. <i>-ᾰνῶ</i>, [[κερδίζω]] [[ακόμη]] περισσότερο, σε Δημ.
}}
{{elru
|elrutext='''προσκερδαίνω:''' сверх того приобретать (τι Dem., Polyb.).
}}
}}