προσήνεμος: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προσήνεμος:''' -ον ([[ἄνεμος]]), αυτός που είναι στραμμένος προς τον άνεμο, αυτός που προφυλάσσει από άνεμο, αντίθ. προς το [[ὑπήνεμος]], σε Ξεν.
|lsmtext='''προσήνεμος:''' -ον ([[ἄνεμος]]), αυτός που είναι στραμμένος προς τον άνεμο, αυτός που προφυλάσσει από άνεμο, αντίθ. προς το [[ὑπήνεμος]], σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''προσήνεμος:''' наветренный: τὸ προσήνεμον Arst. наветренное место.
}}
}}