σμιλίον: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''σμῑλίον:''' τό, υποκορ. του [[σμίλη]], Λατ. [[scalpellum]], [[σκαρπέλο]], [[κοπίδι]], [[νυστέρι]], σε Λουκ.
|lsmtext='''σμῑλίον:''' τό, υποκορ. του [[σμίλη]], Λατ. [[scalpellum]], [[σκαρπέλο]], [[κοπίδι]], [[νυστέρι]], σε Λουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''σμῑλίον:''' τό небольшой нож (σ. ἰατρικόν Plut.).
}}
}}