σπιθαμιαῖος: Difference between revisions

4
(38)
(4)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-α, -ο / σπιθαμιαῑος, -αία, -ον, ΝΜΑ<br />αυτός που έχει το [[μήκος]] ή το ύψος μιας σπιθαμής<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>μτφ.</b> ο υπερβολικά [[βραχύσωμος]], ο πολύ [[κοντός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σπιθαμή]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιαῖος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>δακτυλ</i>-<i>ιαίος</i>)].
|mltxt=-α, -ο / σπιθαμιαῑος, -αία, -ον, ΝΜΑ<br />αυτός που έχει το [[μήκος]] ή το ύψος μιας σπιθαμής<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>μτφ.</b> ο υπερβολικά [[βραχύσωμος]], ο πολύ [[κοντός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σπιθαμή]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιαῖος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>δακτυλ</i>-<i>ιαίος</i>)].
}}
{{elru
|elrutext='''σπῐθᾰμιαῖος:''' размером в пядь Arst.
}}
}}