σφαιρωτός: Difference between revisions

4b
(6)
(4b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''σφαιρωτός:''' -ή, -όν, αυτός που έχει [[σφαιρίδιο]] ή [[κουμπί]] στην απόληξή του αντί αιχμής, σε Ξεν.
|lsmtext='''σφαιρωτός:''' -ή, -όν, αυτός που έχει [[σφαιρίδιο]] ή [[κουμπί]] στην απόληξή του αντί αιχμής, σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''σφαιρωτός:''' [adj. verb. к [[σφαιρόω]] снабженный шаровидным наконечником (ἀκόντια Xen.).
}}
}}