συγκαταγιγνώσκω: Difference between revisions

m
Text replacement - "(\{\{grml\n.*?\n\}\}\n)\1" to "\1"
(4)
m (Text replacement - "(\{\{grml\n.*?\n\}\}\n)\1" to "\1")
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''συγκαταγιγνώσκω''': βραδύτερον -γῑνώσκω, [[καταγιγνώσκω]], [[καταδικάζω]] [[ὁμοῦ]] μετά τινος ἢ ἀμέσως, σ. ὑμῶν παθεῖν τι Ἀριστείδ. 1. 495. - Παθ., Ἀππ. Ἐμφυλ. 1. 62.
|lstext='''συγκαταγιγνώσκω''': βραδύτερον -γῑνώσκω, [[καταγιγνώσκω]], [[καταδικάζω]] [[ὁμοῦ]] μετά τινος ἢ ἀμέσως, σ. ὑμῶν παθεῖν τι Ἀριστείδ. 1. 495. - Παθ., Ἀππ. Ἐμφυλ. 1. 62.
}}
{{grml
|mltxt=και συγκαταγινώσκω Α<br />[[καταδικάζω]] [[μαζί]] με κάποιον ή [[καταδικάζω]] [[αμέσως]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> <i>καταγι</i>(<i>γ</i>)<i>νώσκω</i> «[[καταδικάζω]], [[κηρύσσω]] ένοχο»].
}}
}}
{{grml
{{grml