3,277,649
edits
(6_10) |
(2b) |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σέρῑφος''': ἡ, Διοσκ. 3. 27 ([[μετὰ]] διαφ. γραφ. σερίφιον, τό), ἢ σέρῑφον, τό, Διοσκ. (ἐν τῷ προοιμ.), Γαλην.· - [[εἶδος]] θαλασσίου ἀψινθίου, [[ὅπερ]] καλεῖται καὶ [[ἀψίνθιον]] θαλάσσιον, Artemisia maritima L. II. [[γραῦς]] [[σέριφος]] ἢ σερίφη, [[εἶδος]] ἀκρίδος = [[μάντις]], τὸ δὲ [[ὄνομα]] τοῦτο [[εἶναι]] ἐν χρήσει ἐπὶ ἀγάμου γραίας (γεροντοκόρης), Ζηνόβ. 2. 94, Σουΐδ. | |lstext='''σέρῑφος''': ἡ, Διοσκ. 3. 27 ([[μετὰ]] διαφ. γραφ. σερίφιον, τό), ἢ σέρῑφον, τό, Διοσκ. (ἐν τῷ προοιμ.), Γαλην.· - [[εἶδος]] θαλασσίου ἀψινθίου, [[ὅπερ]] καλεῖται καὶ [[ἀψίνθιον]] θαλάσσιον, Artemisia maritima L. II. [[γραῦς]] [[σέριφος]] ἢ σερίφη, [[εἶδος]] ἀκρίδος = [[μάντις]], τὸ δὲ [[ὄνομα]] τοῦτο [[εἶναι]] ἐν χρήσει ἐπὶ ἀγάμου γραίας (γεροντοκόρης), Ζηνόβ. 2. 94, Σουΐδ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ή σερίφη, ἡ, Α<br />(<b>[[κυρίως]] στη φρ.</b>) «[[σέριφος]] [ή σερίφη] γραῡς» <br />α) [[είδος]] ακρίδας, η [[μάντις]], κν. γνωστό [[σήμερα]] ως [[αλογάκι]] της Παναγίας<br />β) (σκωπτικά) [[γεροντοκόρη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[σέρφος]]. | |||
}} | |||
{{etym | |||
|etymtx=See also: s. [[σέρφος]] | |||
}} | }} |