ἀντίτομος: Difference between revisions

1a
(3)
(1a)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀντίτομος:''' -ον ([[ἀντιτέμνω]]), κομμένος ως [[γιατρειά]] για ένα [[κακό]]· <i>ἀντίτομον</i>, <i>τό</i>, [[γιατρειά]], [[αντίδοτο]], σε Όμηρ.· <i>τινος</i>, για [[κάτι]], σε Πίνδ.
|lsmtext='''ἀντίτομος:''' -ον ([[ἀντιτέμνω]]), κομμένος ως [[γιατρειά]] για ένα [[κακό]]· <i>ἀντίτομον</i>, <i>τό</i>, [[γιατρειά]], [[αντίδοτο]], σε Όμηρ.· <i>τινος</i>, για [[κάτι]], σε Πίνδ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[ἀντιτέμνω]]<br />cut as a [[remedy]] for an [[evil]]: —ἀντίτομον, ου, τό, a [[remedy]], [[antidote]], Hom.; τινος for a [[thing]], Pind.
}}
}}