3,277,180
edits
(6_6) |
(1ab) |
||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἠύτε''': Ἐπ. [[μόριον]], ὡς, [[καθώς]], [[ἠύτε]] κούρῃ Ἰλ. Β. 872, κτλ.· [[συχνάκις]] παρ’ Ὁμ. ἐν παρομοιώσεσιν, ἀντὶ ὡς ὅτε, Ἰλ. Α. 359, Β. 87, κτλ.· - ἐν Ἰλ. Δ. 277, τῷ, δὲ τ’ ἄνευθεν ἐόντι μελάντερον [[ἠύτε]] [[πίσσα]] φαίνεται, πρβλ. [[πάχετος]]· οὕτω καὶ ἐν Ἀπολλ. Ροδ. Α. 269, τὸ [[ἠύτε]] δύναται νὰ διατηρήσῃ τὴν συνήθη σημασίαν του· ἂν καὶ ἐν ἀμφοτέροις τούτοις τοῖς χωρίοις ὑπό τινων λαμβάνεται ὡς = ἤ, μελάντερον τῆς πίσσης, ἴδε Spitzn. Exc. Il. xxvi. - Ὅτι τὸ [[ἠύτε]] δὲν δύναται νὰ τεθῇ ἀντὶ τοῦ [[εὖτε]], ἀπεδείχθη ὑπὸ τοῦ Buttm. Lexil. ἐν λ. [[εὖτε]], [[ἠύτε]]· ἀλλὰ τὸ [[εὖτε]] [[ἅπαξ]] εὑρίσκεται ἀντὶ τοῦ [[ἠύτε]], Ἰλ. Γ. 10 (καὶ διάφ. γραφ. Τ. 386), ἐν [[ταύτῃ]] [[ὅμως]] τῇ περιπτώσει ὁ Buttm. προτιμᾷ τὸν συνῃρημ. τύπον ηὖτε -υ, ὡς καὶ ἐν Ὀδ. Π. 216. | |lstext='''ἠύτε''': Ἐπ. [[μόριον]], ὡς, [[καθώς]], [[ἠύτε]] κούρῃ Ἰλ. Β. 872, κτλ.· [[συχνάκις]] παρ’ Ὁμ. ἐν παρομοιώσεσιν, ἀντὶ ὡς ὅτε, Ἰλ. Α. 359, Β. 87, κτλ.· - ἐν Ἰλ. Δ. 277, τῷ, δὲ τ’ ἄνευθεν ἐόντι μελάντερον [[ἠύτε]] [[πίσσα]] φαίνεται, πρβλ. [[πάχετος]]· οὕτω καὶ ἐν Ἀπολλ. Ροδ. Α. 269, τὸ [[ἠύτε]] δύναται νὰ διατηρήσῃ τὴν συνήθη σημασίαν του· ἂν καὶ ἐν ἀμφοτέροις τούτοις τοῖς χωρίοις ὑπό τινων λαμβάνεται ὡς = ἤ, μελάντερον τῆς πίσσης, ἴδε Spitzn. Exc. Il. xxvi. - Ὅτι τὸ [[ἠύτε]] δὲν δύναται νὰ τεθῇ ἀντὶ τοῦ [[εὖτε]], ἀπεδείχθη ὑπὸ τοῦ Buttm. Lexil. ἐν λ. [[εὖτε]], [[ἠύτε]]· ἀλλὰ τὸ [[εὖτε]] [[ἅπαξ]] εὑρίσκεται ἀντὶ τοῦ [[ἠύτε]], Ἰλ. Γ. 10 (καὶ διάφ. γραφ. Τ. 386), ἐν [[ταύτῃ]] [[ὅμως]] τῇ περιπτώσει ὁ Buttm. προτιμᾷ τὸν συνῃρημ. τύπον ηὖτε -υ, ὡς καὶ ἐν Ὀδ. Π. 216. | ||
}} | |||
{{Autenrieth | |||
|auten=as, [[like]], as [[when]], Il. 4.277, Il. 1.359, Il. 2.87. | |||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἠύτε:''' Επικ. [[μόριο]],<br /><b class="num">I.</b> όπως, [[καθώς]], σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.· [[συχνά]] στον Όμηρ. σε παρομοιώσεις αντί <i>ὡςὅτε</i>.<br /><b class="num">II.</b> στην Ομήρ. Ιλ. Δ 277, ύστερα από συγκρ.· μελάντερον [[ἠύτε]] [[πίσσα]], [[πολύ]] [[μαύρος]], όπως η [[πίσσα]]· [[ἠύτε]] = ἤ, πιο [[μαύρος]] κι από την [[πίσσα]]. | |||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=<br /><b class="num">I.</b> as, like as, Il., etc.; often in Hom. in similes for ὡς ὅτε.<br /><b class="num">II.</b> in Il. 4. 277 [[after]] a comp., μελάντερον [[ἠύτε]] [[πίσσα]] [[very]] [[black]], like as [[pitch]], or = ἤ, blacker [[than]] [[pitch]]. | |||
}} | }} |