ὑψίπρυμνος: Difference between revisions

1b
(6)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὑψίπρυμνος:''' -ον ([[πρύμνα]]), αυτός που έχει υψηλή [[πρύμνη]], σε Στράβ.
|lsmtext='''ὑψίπρυμνος:''' -ον ([[πρύμνα]]), αυτός που έχει υψηλή [[πρύμνη]], σε Στράβ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=ὑψί-πρυμνος, ον, [[πρύμνα]]<br />with [[high]] [[stern]], Strab.
}}
}}