πηλοφόρος: Difference between revisions

1ba
(6)
(1ba)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πηλοφόρος:''' -ον ([[φέρω]]), αυτός που μεταφέρει πηλό.
|lsmtext='''πηλοφόρος:''' -ον ([[φέρω]]), αυτός που μεταφέρει πηλό.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=πηλο-[[φόρος]], ον, [[φέρω]]<br />[[carrying]] [[clay]].
}}
}}