νομοθετῶ: Difference between revisions

m
no edit summary
(Created page with "{{LSJ1 |Full diacritics=νομοθετῶ |Medium diacritics=νομοθετῶ |Low diacritics=νομοθετώ |Capitals=ΝΟΜΟΘΕΤΩ |Transliteration A=nomothetō̂ |Tra...")
 
mNo edit summary
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''νομοθετέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[θεσπίζω]] νόμους, σε Πλάτ., Ξεν. κ.λπ. — Μέσ., [[ορίζω]] νόμους για τον εαυτό μου, [[σχηματίζω]] νόμους, σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> μτβ., [[ορίζω]] [[κάτι]] μέσω των νόμων· <i>τι</i>, στον ίδ. κ.λπ. — Παθ., απρόσ., περὶ [[ταῦτα]] [[οὕτω]] [[σφι]] νενομοθέτηται, έτσι έχει οριστεί από τον νόμο, σε Ηρόδ.
|lsmtext='''νομοθετέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[θεσπίζω]] νόμους, σε Πλάτ., Ξεν. κ.λπ. — Μέσ., [[ορίζω]] νόμους για τον εαυτό μου, [[σχηματίζω]] νόμους, σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> μτβ., [[ορίζω]] [[κάτι]] μέσω των νόμων· <i>τι</i>, στον ίδ. κ.λπ. — Παθ., απρόσ., περὶ [[ταῦτα]] [[οὕτω]] [[σφι]] νενομοθέτηται, έτσι έχει οριστεί από τον νόμο, σε Ηρόδ.
}}
{{grml
|mltxt=(ΑΜ [[νομοθετῶ]], [[νομοθετέω]]) [[νομοθέτης]]<br />[[συντάσσω]] και [[επιβάλλω]] νόμους, [[θεσπίζω]] κανόνες δικαίου, [[θεσμοθετώ]]<br /><b>μσν.</b><br />(για νόμο) [[ορίζω]] τις διατάξεις σχετικά με [[κάτι]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[ορίζω]], [[καθορίζω]] [[κάτι]] με νόμο («εἰ μὴ [[χάριν]] εἰρήνης τὰ πολέμου νομοθετοῑ», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>μέσ.</b> <i>νομοθετοῦμαι</i>, -<i>έομαι</i><br />α) [[συντάσσω]] νόμους για τον εαυτό μου<br />β) [[θέτω]], [[συντάσσω]] νόμους για κάποιον<br /><b>2.</b> <b>παθ.</b> (για [[πολιτεία]]) [[διέπομαι]] από νόμους, έχω νόμους, [[σύστημα]] νόμων<br /><b>3.</b> (το απρόσ.) <i>νενομοθέτηται</i><br />έχει οριστεί με νόμο («[[περί]] ταῡτα οὕτω σφι νενομοθέτηται», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>4.</b> [[περιορίζω]], [[περιστέλλω]] [[κάτι]] με νόμο («νομοθετεῑν ἡδονάς», Μάξ. Τύρ.).
}}
}}
{{elru
{{elru