δενδραίος: Difference between revisions

From LSJ

ἡ τῶν θεῶν ὑπ' ἀνθρώπων παραγωγήdeceit of gods by humans

Source
(8)
 
m (Text replacement - "αῑος" to "αῖος")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=δενδραῑος, -α, -ον (Α) [[δένδρον]]<br />όποιος παράγεται ή προέρχεται από [[δένδρο]].
|mltxt=δενδραῖος, -α, -ον (Α) [[δένδρον]]<br />όποιος παράγεται ή προέρχεται από [[δένδρο]].
}}
}}

Latest revision as of 12:50, 28 March 2021

Greek Monolingual

δενδραῖος, -α, -ον (Α) δένδρον
όποιος παράγεται ή προέρχεται από δένδρο.