μελισσαίος: Difference between revisions

m
Text replacement - "αῑον" to "αῖον"
(24)
 
m (Text replacement - "αῑον" to "αῖον")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=μελισσαῑος, -α, -ον (Α) [[μέλισσα]]<br /><b>1.</b> αυτός που αποτελείται από μέλισσες ή που αφορά στις μέλισσες («μελισσαῑος [[οὐλαμός]]», <b>Νίκ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ μελισσαῑον</i><br />[[μελισσοκομείο]], [[μελισσοτροφείο]].
|mltxt=μελισσαῖος, -α, -ον (Α) [[μέλισσα]]<br /><b>1.</b> αυτός που αποτελείται από μέλισσες ή που αφορά στις μέλισσες («μελισσαῖος [[οὐλαμός]]», <b>Νίκ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ μελισσαῖον</i><br />[[μελισσοκομείο]], [[μελισσοτροφείο]].
}}
}}