προσείω: Difference between revisions

m
Text replacement - "χεῑρα" to "χεῖρα"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "χεῑρα" to "χεῖρα")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=Α [[σείω]]<br /><b>1.</b> [[κουνώ]] [[κάτι]] απειλητικά [[μπροστά]] σε κάποιον [[άλλο]] («τί μοι προσείων χεῑρα σημαίνεις φόνον;», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> [[κρατώ]] [[κάτι]] και το [[κουνώ]] [[μπροστά]] από κάποιον (α. «[[ὥσπερ]] γὰρ οἱ τὰ πεινῶντα θρέμματα θαλλὸν ἤ τινα καρπὸν προσείοντες ἄγουσι», <b>Πλάτ.</b><br />β. «προσείειν γυμνὰ τὰ [[ξίφη]]», Αιλ.)<br /><b>3.</b> <b>μτφ.</b> [[παρουσιάζω]] ως [[δέλεαρ]] («προσείειν αὐλητρίδας», Αιλ.)<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «προσείειν φόβον» — [[επισείω]] [[κάτι]] ως [[φόβητρο]].
|mltxt=Α [[σείω]]<br /><b>1.</b> [[κουνώ]] [[κάτι]] απειλητικά [[μπροστά]] σε κάποιον [[άλλο]] («τί μοι προσείων χεῖρα σημαίνεις φόνον;», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> [[κρατώ]] [[κάτι]] και το [[κουνώ]] [[μπροστά]] από κάποιον (α. «[[ὥσπερ]] γὰρ οἱ τὰ πεινῶντα θρέμματα θαλλὸν ἤ τινα καρπὸν προσείοντες ἄγουσι», <b>Πλάτ.</b><br />β. «προσείειν γυμνὰ τὰ [[ξίφη]]», Αιλ.)<br /><b>3.</b> <b>μτφ.</b> [[παρουσιάζω]] ως [[δέλεαρ]] («προσείειν αὐλητρίδας», Αιλ.)<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «προσείειν φόβον» — [[επισείω]] [[κάτι]] ως [[φόβητρο]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm