ἐπίμικτος: Difference between revisions

m
Text replacement - "οῑς" to "οῖς"
mNo edit summary
m (Text replacement - "οῑς" to "οῖς")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐπίμικτος]] και [[ἐπίμεικτος]], -ον (Α) [[επιμίγνυμι]]<br /><b>1.</b> ανακατωμένος<br /><b>2.</b> [[κοινός]] («τὰ χωρία ταῦτα Λυδοῑς καὶ Καρσὶν ἐπίμικτα», <b>Στράβ.</b>)<br /><b>3.</b> αυτός που αγαπά τις κοινωνικές συναναστροφές<br /><b>4.</b> (για στίχο ή [[ποίημα]]) [[εκείνος]] που απαρτίζεται από διαφόρων ειδών μετρικούς πόδες.
|mltxt=[[ἐπίμικτος]] και [[ἐπίμεικτος]], -ον (Α) [[επιμίγνυμι]]<br /><b>1.</b> ανακατωμένος<br /><b>2.</b> [[κοινός]] («τὰ χωρία ταῦτα Λυδοῖς καὶ Καρσὶν ἐπίμικτα», <b>Στράβ.</b>)<br /><b>3.</b> αυτός που αγαπά τις κοινωνικές συναναστροφές<br /><b>4.</b> (για στίχο ή [[ποίημα]]) [[εκείνος]] που απαρτίζεται από διαφόρων ειδών μετρικούς πόδες.
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''ἐπίμικτος:''' досл. смешанный, ирон. путаный ([[Πρωταγόρης]] [[Timon]] ap. Diog. L.).
|elrutext='''ἐπίμικτος:''' досл. смешанный, ирон. путаный ([[Πρωταγόρης]] [[Timon]] ap. Diog. L.).
}}
}}