προτείνω: Difference between revisions

m
Text replacement - " :" to ":"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3, $4 $5")
m (Text replacement - " :" to ":")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0790.png Seite 790]] (s. [[τείνω]]), 1) wovor ausspannen, ausbreiten, [[vorhalten]]; δεξιὰν πρότεινε χεῖρα, Soph. Phil. 1276; Trach. 1174; Eur. Alc. 1120; τὼ πόδε, Ar. Th. 1183; τὴν δεξιὰν προτείνων, Dem. 18, 323, vgl. 19, 255, wo der Ggstz ist [[εἴσω]] τὴν χεῖρα ἔχειν; Sp., wie Luc. Nigr. 21; – [[darreichen]], τάς γε χεῖρας παγκάλας ἔχειν μ' ἔφη, [[ὁπότε]] προτείνοιέν γε δραχμὰς εἴκοσιν, Ar. Plut. 1018; u. med., μισθὸν προτείνεσθαι, sich Sold reichen lassen, Sold für sich fordern, Her. 9, 34; aber auch = act., προτεινομένων ἡμῶν, ἆρ' ἐθέλοιεν ἂν δέχεσθαι, Plat. Soph. 247 d; – von weitem zeigen, versprechen, [[vorspiegeln]], μή μοι προτείνων [[κέρδος]] εἶτ' ἀποστέρει, Aesch. Prom. 779; θεοὺς προτείνων τοὺς θεοὺς ψευδεῖς τίθης, Soph. Phil. 980; Her. 8, 140, 2; πρόφασιν, 1, 156; ἐλευθερίαν, Antiph. 5, 50; so auch im med., Her. 5, 24. 7, 160; τὴν ἡλικίαν αὐτοῖς προὐτεινόμην, Plat. Ep. III, 317 c, ich schützte mein Alter gegen sie vor; übh. vorzeigen, προτείνων λόγους ἐν βιβλίοις, Phaedr. 230 d; Sp.; προτεινόμενον διαλύσεις, anbietend, Plut. Caes. 33, wie φιλίαν προτενεῖται, er wird seine Freundschaft anbieten, Dem. 14, 5; vgl. ὅσοι πρὸς τὰ κοινὰ δικαίως προσέρχονται, κἂν δεδωκότες ὦσιν εὐθύνας, τὴν ἀειλογίαν ὁρῶ προτεινομένους, 19, 2. – Intraus., [[sich erstrecken]], [[πᾶσα]] ἀπὸ τῆς ἄλλης ἠπείρου μακρὰ προτείνουσα εἰς τὸ [[πέλα]] γος, Plat. Critia. 111 a. – 2) gew. [[vorlegen]], aufgeben, bes. eine Aufgabe zu lösen vorlegen, [[αἴνιγμα]], D. L. 2, 70; Luc. Iup. trag. 27; πρότασιν, s. oben [[πρότασις]]. – Eine Protasis machen, was Arist. top. 8, 12, 15 erkl. : ἔστι δὲ τὸ προτείνεσθαι ἓν ποιεῖν τὰ [[πλείω]], aus mehreren Dingen eins machen.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0790.png Seite 790]] (s. [[τείνω]]), 1) wovor ausspannen, ausbreiten, [[vorhalten]]; δεξιὰν πρότεινε χεῖρα, Soph. Phil. 1276; Trach. 1174; Eur. Alc. 1120; τὼ πόδε, Ar. Th. 1183; τὴν δεξιὰν προτείνων, Dem. 18, 323, vgl. 19, 255, wo der Ggstz ist [[εἴσω]] τὴν χεῖρα ἔχειν; Sp., wie Luc. Nigr. 21; – [[darreichen]], τάς γε χεῖρας παγκάλας ἔχειν μ' ἔφη, [[ὁπότε]] προτείνοιέν γε δραχμὰς εἴκοσιν, Ar. Plut. 1018; u. med., μισθὸν προτείνεσθαι, sich Sold reichen lassen, Sold für sich fordern, Her. 9, 34; aber auch = act., προτεινομένων ἡμῶν, ἆρ' ἐθέλοιεν ἂν δέχεσθαι, Plat. Soph. 247 d; – von weitem zeigen, versprechen, [[vorspiegeln]], μή μοι προτείνων [[κέρδος]] εἶτ' ἀποστέρει, Aesch. Prom. 779; θεοὺς προτείνων τοὺς θεοὺς ψευδεῖς τίθης, Soph. Phil. 980; Her. 8, 140, 2; πρόφασιν, 1, 156; ἐλευθερίαν, Antiph. 5, 50; so auch im med., Her. 5, 24. 7, 160; τὴν ἡλικίαν αὐτοῖς προὐτεινόμην, Plat. Ep. III, 317 c, ich schützte mein Alter gegen sie vor; übh. vorzeigen, προτείνων λόγους ἐν βιβλίοις, Phaedr. 230 d; Sp.; προτεινόμενον διαλύσεις, anbietend, Plut. Caes. 33, wie φιλίαν προτενεῖται, er wird seine Freundschaft anbieten, Dem. 14, 5; vgl. ὅσοι πρὸς τὰ κοινὰ δικαίως προσέρχονται, κἂν δεδωκότες ὦσιν εὐθύνας, τὴν ἀειλογίαν ὁρῶ προτεινομένους, 19, 2. – Intraus., [[sich erstrecken]], [[πᾶσα]] ἀπὸ τῆς ἄλλης ἠπείρου μακρὰ προτείνουσα εἰς τὸ [[πέλα]] γος, Plat. Critia. 111 a. – 2) gew. [[vorlegen]], aufgeben, bes. eine Aufgabe zu lösen vorlegen, [[αἴνιγμα]], D. L. 2, 70; Luc. Iup. trag. 27; πρότασιν, s. oben [[πρότασις]]. – Eine Protasis machen, was Arist. top. 8, 12, 15 erkl.: ἔστι δὲ τὸ προτείνεσθαι ἓν ποιεῖν τὰ [[πλείω]], aus mehreren Dingen eins machen.
}}
}}
{{ls
{{ls