κίνηση: Difference between revisions

No change in size ,  27 September 2022
m
Text replacement - "εῑα" to "εῖα"
m (Text replacement - "δεῑ" to "δεῖ")
m (Text replacement - "εῑα" to "εῖα")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (ΑΜ [[κίνησις]]) [[κινώ]]<br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του κινῶ («ἥ τε [[κίνησις]] [[ἐνέργεια]] μέν τις [[εἶναι]] δοκεῑ, [[ἀτελής]] δέ<br />αἴτιον δ' ὅτι ἀτελὲς τὸ δυνατόν, οὗ ἐστὶν [[ἐνέργεια]]. Καὶ διὰ τοῦτο δὴ χαλεπὸν αὐτὴν λαβεῖν τί ἐστιν», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> [[μετακίνηση]] (α. «έξοδα κινήσεως» β. «η [[κίνηση]] [[προς]] την ύπαιθρο [[είναι]] αυξημένη» γ. «[[ἦσαν]] δὲ κινήσεις, ἃς ὑπελάμβανε πρὸς [[πάντα]] καιρὸν ἁρμόζειν», <b>Πολ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>(φιλοσ.)</b> η [[συνεχής]] [[αλλαγή]] θέσης [[μέσα]] στον χώρο σε [[συνάρτηση]] με τον χρόνο και με ορισμένη [[ταχύτητα]]<br /><b>2.</b> <b>φυσ.</b> η [[μεταβολή]] της θέσης ενὸς σώματος σε [[σχέση]] με ένα [[άλλο]] [[σώμα]]<br /><b>3.</b> <b>(ψυχολ.)</b> αυτό που προκύπτει όταν ο [[άνθρωπος]] αντιδρά σε πολλών ειδών ερεθίσματα, εξωτερικά ή εσωτερικά<br /><b>4.</b> ο [[τρόπος]] με τον οποίο κινεί [[κάποιος]] [[κάτι]] ή κινείται [[κάποιος]] ή [[κάτι]] («με την [[κίνηση]] του κεφαλιού του έδειξε ότι συμφωνεί»)<br /><b>5.</b> ζωηρή [[κυκλοφορία]] ατόμων ή και οχημάτων σε ορισμένο χρόνο 'και [[τόπο]] (α. «το [[καλοκαίρι]] παρατηρείται [[μεγάλη]] [[κίνηση]] στα νησιά» β. «άργησα να έρθω [[γιατί]] είχε πολλή [[κίνηση]] στο δρόμο»)<br /><b>6.</b> η [[ζωηρότητα]] εμπορικών συναλλαγών ή γενικά οι δοσοληψίες (α. «η [[κίνηση]] της αγοράς» β. «η [[κίνηση]] του χρηματιστηρίου»)<br /><b>4.</b> [[καταγραφή]] με στατιστικά στοιχεία διαφόρων συμβάντων (α. «[[κίνηση]] πληθυσμού» β. «[[κίνηση]] λογαριασμού» γ. «[[κίνηση]] ταμείου» δ. «η [[κίνηση]] του λιμανιού [[φέτος]] [[είναι]] αρκετά αυξημένη»)<br /><b>8.</b> το [[σύνολο]] δραστηριοτήτων ή εκδηλώσεων σε ορισμένο τομέα (α. «πολιτιστική [[κίνηση]]» β. «αθλητική [[κίνηση]]»)<br /><b>9.</b> [[ενέργεια]] ή [[απόφαση]] για συγκεκριμένο [[διάβημα]] («γίνεται [[κίνηση]] για να διεξαχθούν οι ολυμπιακοί αγώνες στην Αθήνα»)<br /><b>10.</b> [[σύνολο]] ενεργειών [[μέσα]] σε ορισμένο [[χρονικό]] [[διάστημα]] («η [[αστυνομία]] παρακολουθεί τις κινήσεις τρομοκρατικών οργανώσεων»)<br /><b>11.</b> ιδεολογικό ή πολιτιστικό [[ρεύμα]], [[κίνημα]]<br /><b>12.</b> (στις εικαστικές τέχνες) [[ζωντάνια]] και [[φυσικότητα]] στην [[απεικόνιση]]<br /><b>13.</b> <b>φρ.</b> α) «[[θέτω]] σε [[κίνηση]]» — [[ενεργοποιώ]], [[κινητοποιώ]]<br />β) «σε αργή [[κίνηση]]» — η [[παρουσίαση]] στον κινηματογράφο ή στην [[τηλεόραση]] στιγμιότυπων σε πιο [[αργό]] ρυθμό από τον κανονικό<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />[[έναρξη]] δίκης<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[ξεκίνημα]], [[αναχώρηση]]<br /><b>2.</b> [[πρωτοβουλία]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />καταδικαστική [[απόφαση]], [[τιμωρία]] («[[βασιλική]] [[κίνησις]]», Κωδ. Ιουστιν.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[συναίσθημα]], [[συγκίνηση]] (α. «τραχεῑα [[κίνησις]]» — ο [[πόνος]], Διογ. Λαέρ.<br />β. «ἡδεῖαι κινήσεις» — οι ηδονές, Επίκ.)<br /><b>2.</b> [[χορός]] («[[Ἄρεος]] κίνασις», Τυρτ.)<br /><b>3.</b> [[σύγκρουση]], [[πόλεμος]]<br /><b>4.</b> [[στάση]], [[κίνημα]], [[εξέγερση]]<br /><b>5.</b> [[πολιτική]] [[μεταβολή]] («κινήσεις πολιτείας», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>6.</b> [[αλλαγή]] κατάστασης ή περιβάλλοντος<br /><b>7.</b> <b>γραμμ.</b> η [[κλίση]].
|mltxt=η (ΑΜ [[κίνησις]]) [[κινώ]]<br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του κινῶ («ἥ τε [[κίνησις]] [[ἐνέργεια]] μέν τις [[εἶναι]] δοκεῑ, [[ἀτελής]] δέ<br />αἴτιον δ' ὅτι ἀτελὲς τὸ δυνατόν, οὗ ἐστὶν [[ἐνέργεια]]. Καὶ διὰ τοῦτο δὴ χαλεπὸν αὐτὴν λαβεῖν τί ἐστιν», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> [[μετακίνηση]] (α. «έξοδα κινήσεως» β. «η [[κίνηση]] [[προς]] την ύπαιθρο [[είναι]] αυξημένη» γ. «[[ἦσαν]] δὲ κινήσεις, ἃς ὑπελάμβανε πρὸς [[πάντα]] καιρὸν ἁρμόζειν», <b>Πολ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>(φιλοσ.)</b> η [[συνεχής]] [[αλλαγή]] θέσης [[μέσα]] στον χώρο σε [[συνάρτηση]] με τον χρόνο και με ορισμένη [[ταχύτητα]]<br /><b>2.</b> <b>φυσ.</b> η [[μεταβολή]] της θέσης ενὸς σώματος σε [[σχέση]] με ένα [[άλλο]] [[σώμα]]<br /><b>3.</b> <b>(ψυχολ.)</b> αυτό που προκύπτει όταν ο [[άνθρωπος]] αντιδρά σε πολλών ειδών ερεθίσματα, εξωτερικά ή εσωτερικά<br /><b>4.</b> ο [[τρόπος]] με τον οποίο κινεί [[κάποιος]] [[κάτι]] ή κινείται [[κάποιος]] ή [[κάτι]] («με την [[κίνηση]] του κεφαλιού του έδειξε ότι συμφωνεί»)<br /><b>5.</b> ζωηρή [[κυκλοφορία]] ατόμων ή και οχημάτων σε ορισμένο χρόνο 'και [[τόπο]] (α. «το [[καλοκαίρι]] παρατηρείται [[μεγάλη]] [[κίνηση]] στα νησιά» β. «άργησα να έρθω [[γιατί]] είχε πολλή [[κίνηση]] στο δρόμο»)<br /><b>6.</b> η [[ζωηρότητα]] εμπορικών συναλλαγών ή γενικά οι δοσοληψίες (α. «η [[κίνηση]] της αγοράς» β. «η [[κίνηση]] του χρηματιστηρίου»)<br /><b>4.</b> [[καταγραφή]] με στατιστικά στοιχεία διαφόρων συμβάντων (α. «[[κίνηση]] πληθυσμού» β. «[[κίνηση]] λογαριασμού» γ. «[[κίνηση]] ταμείου» δ. «η [[κίνηση]] του λιμανιού [[φέτος]] [[είναι]] αρκετά αυξημένη»)<br /><b>8.</b> το [[σύνολο]] δραστηριοτήτων ή εκδηλώσεων σε ορισμένο τομέα (α. «πολιτιστική [[κίνηση]]» β. «αθλητική [[κίνηση]]»)<br /><b>9.</b> [[ενέργεια]] ή [[απόφαση]] για συγκεκριμένο [[διάβημα]] («γίνεται [[κίνηση]] για να διεξαχθούν οι ολυμπιακοί αγώνες στην Αθήνα»)<br /><b>10.</b> [[σύνολο]] ενεργειών [[μέσα]] σε ορισμένο [[χρονικό]] [[διάστημα]] («η [[αστυνομία]] παρακολουθεί τις κινήσεις τρομοκρατικών οργανώσεων»)<br /><b>11.</b> ιδεολογικό ή πολιτιστικό [[ρεύμα]], [[κίνημα]]<br /><b>12.</b> (στις εικαστικές τέχνες) [[ζωντάνια]] και [[φυσικότητα]] στην [[απεικόνιση]]<br /><b>13.</b> <b>φρ.</b> α) «[[θέτω]] σε [[κίνηση]]» — [[ενεργοποιώ]], [[κινητοποιώ]]<br />β) «σε αργή [[κίνηση]]» — η [[παρουσίαση]] στον κινηματογράφο ή στην [[τηλεόραση]] στιγμιότυπων σε πιο [[αργό]] ρυθμό από τον κανονικό<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />[[έναρξη]] δίκης<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[ξεκίνημα]], [[αναχώρηση]]<br /><b>2.</b> [[πρωτοβουλία]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />καταδικαστική [[απόφαση]], [[τιμωρία]] («[[βασιλική]] [[κίνησις]]», Κωδ. Ιουστιν.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[συναίσθημα]], [[συγκίνηση]] (α. «τραχεῖα [[κίνησις]]» — ο [[πόνος]], Διογ. Λαέρ.<br />β. «ἡδεῖαι κινήσεις» — οι ηδονές, Επίκ.)<br /><b>2.</b> [[χορός]] («[[Ἄρεος]] κίνασις», Τυρτ.)<br /><b>3.</b> [[σύγκρουση]], [[πόλεμος]]<br /><b>4.</b> [[στάση]], [[κίνημα]], [[εξέγερση]]<br /><b>5.</b> [[πολιτική]] [[μεταβολή]] («κινήσεις πολιτείας», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>6.</b> [[αλλαγή]] κατάστασης ή περιβάλλοντος<br /><b>7.</b> <b>γραμμ.</b> η [[κλίση]].
}}
}}