στυγερότητα: Difference between revisions
From LSJ
ἐν ἐμοὶ αὐτῇ στήθεσι πάλλεται ἦτορ ἀνὰ στόμα → my heart beats up to my throat
(39) |
m (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η, Ν [[στυγερός]]<br />το να [[είναι]] [[κάτι]] στυγερό, το να προκαλεί [[φρίκη]], αποτροπιασμό και [[μίσος]]. | |mltxt=η, Ν [[στυγερός]]<br />το να [[είναι]] [[κάτι]] στυγερό, το να προκαλεί [[φρίκη]], αποτροπιασμό και [[μίσος]]. | ||
}} | }} |