τρίκρανος: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ος, ον :<br /><i>c.</i> [[τρικάρηνος]].
|btext=ος, ον :<br /><i>c.</i> [[τρικάρηνος]].
}}
{{elnl
|elnltext=τρίκρανος -ον [τρι -, κάρα] driehoofdig.
}}
{{elru
|elrutext='''τρίκρᾱνος:''' [[трехглавый]] (Ἃιδου [[σκύλαξ]], т. е. [[Κέρβερος]] Soph.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τρίκρᾱνος:''' -ον, αυτός που έχει [[τρία]] κεφάλια, [[τρικέφαλος]], λέγεται για τον Κέρβερο, σε Σοφ., Ευρ.
|lsmtext='''τρίκρᾱνος:''' -ον, αυτός που έχει [[τρία]] κεφάλια, [[τρικέφαλος]], λέγεται για τον Κέρβερο, σε Σοφ., Ευρ.
}}
{{elnl
|elnltext=τρίκρανος -ον [τρι -, κάρα] driehoofdig.
}}
{{elru
|elrutext='''τρίκρᾱνος:''' [[трехглавый]] (Ἃιδου [[σκύλαξ]], т. е. [[Κέρβερος]] Soph.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj