δεκάφυλος: Difference between revisions
Ὦ ξεῖν’, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι. → Go tell the Spartans, stranger passing by, that here, obedient to their laws, we lie.
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?\]) ([a-zA-Z' ]+)(\.)\n" to "$1 $2$3 ") |
|||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{elnl | {{elnl | ||
|elnltext=δεκάφυλος -ον [δέκα, φυλή] [[ingedeeld in tien phylai]]. | |elnltext=δεκάφυλος -ον [[[δέκα]], [[φυλή]]] [[ingedeeld in tien phylai]]. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru |
Revision as of 13:57, 29 November 2022
English (LSJ)
ον, consisting of ten tribes, Hdt.5.66.
Spanish (DGE)
(δεκάφῡλος) -ον
• Prosodia: [-ᾰ-]
dividido en diez tribus ὁ Κλεισθένης ... Ἀθηναίους δεκαφύλους ἐποίησε Hdt.5.66, λαός Orac.Sib.2.171.
German (Pape)
[Seite 543] in zehn Stämme getheilt, Her. 5, 66.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
partagé en dix tribus.
Étymologie: δέκα, φυλή.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
δεκάφυλος -ον [δέκα, φυλή] ingedeeld in tien phylai.
Russian (Dvoretsky)
δεκάφῡλος: разделенный на 10 фил (ὁ Κλεισθένης Ἀθηναίους δεκαφύλους ἐποίησε Her.).
Greek Monolingual
δεκάφυλος, -ον (Α)
χωρισμένος σε δέκα φυλές («μετἀ δὲ τετραφύλους ἐόντας Ἀθηναίους δεκαφύλους ἐποίησε» — ενώ πρώτα ήταν χωρισμένοι σε τέσσερεις φυλές, τους χώρισε σε δέκα).
Greek Monotonic
δεκάφῡλος: -ον (φυλή), αυτός που αποτελείται από δέκα φυλές, σε Ηρόδ.
Greek (Liddell-Scott)
δεκάφῡλος: -ον, ὁ ἐκ δέκα φυλῶν ἀποτελούμενος, Ἡρόδ. 5. 66.
Middle Liddell
φυλή
consisting of ten tribes, Hdt.