ἐμβρέχω: Difference between revisions

m
Text replacement - "αὐτοῦ" to "αὐτοῦ"
(CSV import)
m (Text replacement - "αὐτοῦ" to "αὐτοῦ")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐμβρέχω''': μέλλ. -ξω, [[ἐπιβρέχω]] τι ἢ βάλλω ἐπ’ [[αὐτοῦ]] βεβρεγμένα ἐπιθέματα, Πλουτ. 2. 71D˙ μετοχ. παθ. ἀορ. ἐμβραχεὶς Παῦλος Αἰγ.: ― ἐν τῷ μέσ. [[ποτίζω]], Νικ. Ἀλεξιφ. 327
|lstext='''ἐμβρέχω''': μέλλ. -ξω, [[ἐπιβρέχω]] τι ἢ βάλλω ἐπ’ αὐτοῦ βεβρεγμένα ἐπιθέματα, Πλουτ. 2. 71D˙ μετοχ. παθ. ἀορ. ἐμβραχεὶς Παῦλος Αἰγ.: ― ἐν τῷ μέσ. [[ποτίζω]], Νικ. Ἀλεξιφ. 327
}}
}}
{{grml
{{grml