3,274,369
edits
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φῐλοσοφέω''': πρκμ. πεφιλοσόφηκα Ξεν. Κύρ. Παιδ. 6. 1, 41. ― Ἀγαπῶ τὴν σοφίαν, ἐπιδιώκω τὴν κτῆσιν γνώσεων, [[ἐξετάζω]] ἢ [[σκέπτομαι]] [[φιλοσοφικῶς]], παρατηρῶ μὲ φιλοσοφικὸν [[πνεῦμα]], [[σπουδάζω]] κατὰ [[βάθος]], Λατ. philosophari, φιλοσοφέων γῆν πολλήν... ἐπελήλυθε (δηλ. ὁ Σόλων) Ἡρόδ. 1. 30· φιλοσοφοῦμεν [[ἄνευ]] μαλακίας Θουκ. 2. 40· φιλοσοφήσετε καὶ σκέψεσθε Ἰσοκρ. 182Ε, πρβλ. 282Α· θεῶν οὐδεὶς φιλοσοφεῖ οὐδ’ ἐπιθυμεῖ σοφὸς γενέσθαι, ἔστι γὰρ Πλάτ. Συμπ. 203Ε, κἑξ.· φιλοσοφοῦντά με δεῖ ζῆν, λέγει ὁ [[Σωκράτης]], ὁ αὐτ. ἐν Ἀπολ. 28Ε· φ. [[περί]] τινος Λυσίας 113. 18, Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 3, 2· [[περί]] τι Ἰσοκρ. 319Β, Ἀριστ. Πολιτικ. 3. 8, 1· ὑπέρ τινος Λουκ. Ἔρωτ. 31· διὰ τὸ θαυμάζειν οἱ ἄνθρωποι... ἤρξαντο φιλοσοφεῖν Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 2, 9· φιλοσοφεῖν λέγεται καὶ τὸ ζητεῖν... [[εἴτε]] χρὴ φιλοσοφεῖν [[εἴτε]] καὶ μὴ ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 50· φ. γνησίως καὶ ἱκανῶς Πλάτ. Πολ. 473D· ἀδόλως ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρῳ 249Α· καθαρῶς καὶ δικαίως ἐν Σοφιστ. 253Ε· ὀρθῶς ἐν Φαίδωνι 67Ε· ὑγιῶς ἐν Πολ. 619C· ― ἐπὶ κακῆς σημασίας, ὡς τὸ [[σοφιστεύω]], σοφιστικῶς [[ἐξετάζω]] ἢ συλλογίζομαι, Δημ. 1181. 1, πρβλ. Λυσίαν 113. 18. 2) [[διδάσκω]] τὴν φιλοσοφίαν, Ἰσοκρ. 28C, πρβλ. Πλούτ. 192Α· παρὰ τοῖς Χριστιανοῖς συγγραφεῦσι, [[διάγω]] βίον κανονικόν, πλήρη αὐταπαρνήσεως, Γρηγ. Ναζ. ΙΙ. μετ’ αἰτ., [[ἐξετάζω]], συζητῶ, [[ἑρμηνεύω]], ἐξηγοῦμαι, [[ἑρμηνεύω]] [[φιλοσοφικῶς]], ἐρευνῶ τὰς ἀρχάς, [[σπουδάζω]] [[πρός]] τι, μελετῶ, Λατ. meditari, Ἰσοκρ. 159D· φιλοσοφίαν φιλοσοφεῖν, ἐπιδιώκειν τὴν φιλοσοφίαν, Ξεν. Ἀπομν. 4. 2, 23· φιλοσοφίαν καινήν... [[οὗτος]] φιλ. (ἐξυπακ. ὁ Ζήνων) Φιλήμων ἐν «Φιλοσόφοις» 1· τὴν πολιτικὴν φ. Ἀριστ. Ἠθ. Νικ. 7. 11, 1. πρὸς ὀλιγοπιστίαν πολλὰ πεφιλοσόφηκεν ὁ [[νομοθέτης]] ὁ αὐτ. ἐν Πολιτικ. 2. 10, 9· φ. τὰ Στωικὰ Σέξτ. Ἐμπ. π. Π. 1. 235· τὰ τοῦ βίου πράγματα Διονύσ. Ἁλ. Τέχνη Ρητ. 11· μεταφορ., φ. ἡ γραφὴ τὰ τῶν μύθων σώματα, ἡ [[ζωγραφία]] παριστάνει ἀληθῶς, Φιλόστρ. 767, πρβλ. Πλούτ. 2. 69Β. ― Παθ., ἐξετάζομαι, ἐρευνῶμαι, [[φιλοσοφικῶς]], ὁ αὐτ. ἐν Καίσ. 59· τὰ φιλοσοφούμενα, τὰ [[φιλοσοφικῶς]] ἐξεταζόμενα, φιλοσοφικαὶ ἔρευναι καὶ θεωρίαι, Κικ. Fam. 11. 27, Διογ. Λαέρτ. 4. 49. 2) [[καθόλου]], [[σπουδάζω]] [[περί]] τι, [[ἐργάζομαι]] εἴς τι, φ. λόγον Ἰσοκρ. 42Β φ. τοῦτο [[ὅπως]]... Λυσίας 169. 9, Ἰσοκρ. π. Ἀντιδ. § 129, Μένανδρ. ἐν «Θρασυλέοντι» 3. Πρβλ. [[φιλόσοφος]]. | |lstext='''φῐλοσοφέω''': πρκμ. πεφιλοσόφηκα Ξεν. Κύρ. Παιδ. 6. 1, 41. ― Ἀγαπῶ τὴν σοφίαν, ἐπιδιώκω τὴν κτῆσιν γνώσεων, [[ἐξετάζω]] ἢ [[σκέπτομαι]] [[φιλοσοφικῶς]], παρατηρῶ μὲ φιλοσοφικὸν [[πνεῦμα]], [[σπουδάζω]] κατὰ [[βάθος]], Λατ. [[philosophor|philosophari]], φιλοσοφέων γῆν πολλήν... ἐπελήλυθε (δηλ. ὁ Σόλων) Ἡρόδ. 1. 30· φιλοσοφοῦμεν [[ἄνευ]] μαλακίας Θουκ. 2. 40· φιλοσοφήσετε καὶ σκέψεσθε Ἰσοκρ. 182Ε, πρβλ. 282Α· θεῶν οὐδεὶς φιλοσοφεῖ οὐδ’ ἐπιθυμεῖ σοφὸς γενέσθαι, ἔστι γὰρ Πλάτ. Συμπ. 203Ε, κἑξ.· φιλοσοφοῦντά με δεῖ ζῆν, λέγει ὁ [[Σωκράτης]], ὁ αὐτ. ἐν Ἀπολ. 28Ε· φ. [[περί]] τινος Λυσίας 113. 18, Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 3, 2· [[περί]] τι Ἰσοκρ. 319Β, Ἀριστ. Πολιτικ. 3. 8, 1· ὑπέρ τινος Λουκ. Ἔρωτ. 31· διὰ τὸ θαυμάζειν οἱ ἄνθρωποι... ἤρξαντο φιλοσοφεῖν Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 2, 9· φιλοσοφεῖν λέγεται καὶ τὸ ζητεῖν... [[εἴτε]] χρὴ φιλοσοφεῖν [[εἴτε]] καὶ μὴ ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 50· φ. γνησίως καὶ ἱκανῶς Πλάτ. Πολ. 473D· ἀδόλως ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρῳ 249Α· καθαρῶς καὶ δικαίως ἐν Σοφιστ. 253Ε· ὀρθῶς ἐν Φαίδωνι 67Ε· ὑγιῶς ἐν Πολ. 619C· ― ἐπὶ κακῆς σημασίας, ὡς τὸ [[σοφιστεύω]], σοφιστικῶς [[ἐξετάζω]] ἢ συλλογίζομαι, Δημ. 1181. 1, πρβλ. Λυσίαν 113. 18. 2) [[διδάσκω]] τὴν φιλοσοφίαν, Ἰσοκρ. 28C, πρβλ. Πλούτ. 192Α· παρὰ τοῖς Χριστιανοῖς συγγραφεῦσι, [[διάγω]] βίον κανονικόν, πλήρη αὐταπαρνήσεως, Γρηγ. Ναζ. ΙΙ. μετ’ αἰτ., [[ἐξετάζω]], συζητῶ, [[ἑρμηνεύω]], ἐξηγοῦμαι, [[ἑρμηνεύω]] [[φιλοσοφικῶς]], ἐρευνῶ τὰς ἀρχάς, [[σπουδάζω]] [[πρός]] τι, μελετῶ, Λατ. meditari, Ἰσοκρ. 159D· φιλοσοφίαν φιλοσοφεῖν, ἐπιδιώκειν τὴν φιλοσοφίαν, Ξεν. Ἀπομν. 4. 2, 23· φιλοσοφίαν καινήν... [[οὗτος]] φιλ. (ἐξυπακ. ὁ Ζήνων) Φιλήμων ἐν «Φιλοσόφοις» 1· τὴν πολιτικὴν φ. Ἀριστ. Ἠθ. Νικ. 7. 11, 1. πρὸς ὀλιγοπιστίαν πολλὰ πεφιλοσόφηκεν ὁ [[νομοθέτης]] ὁ αὐτ. ἐν Πολιτικ. 2. 10, 9· φ. τὰ Στωικὰ Σέξτ. Ἐμπ. π. Π. 1. 235· τὰ τοῦ βίου πράγματα Διονύσ. Ἁλ. Τέχνη Ρητ. 11· μεταφορ., φ. ἡ γραφὴ τὰ τῶν μύθων σώματα, ἡ [[ζωγραφία]] παριστάνει ἀληθῶς, Φιλόστρ. 767, πρβλ. Πλούτ. 2. 69Β. ― Παθ., ἐξετάζομαι, ἐρευνῶμαι, [[φιλοσοφικῶς]], ὁ αὐτ. ἐν Καίσ. 59· τὰ φιλοσοφούμενα, τὰ [[φιλοσοφικῶς]] ἐξεταζόμενα, φιλοσοφικαὶ ἔρευναι καὶ θεωρίαι, Κικ. Fam. 11. 27, Διογ. Λαέρτ. 4. 49. 2) [[καθόλου]], [[σπουδάζω]] [[περί]] τι, [[ἐργάζομαι]] εἴς τι, φ. λόγον Ἰσοκρ. 42Β φ. τοῦτο [[ὅπως]]... Λυσίας 169. 9, Ἰσοκρ. π. Ἀντιδ. § 129, Μένανδρ. ἐν «Θρασυλέοντι» 3. Πρβλ. [[φιλόσοφος]]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''φῐλοσοφέω:''' παρακ. <i>πεφιλοσόφηκα</i> ([[φιλόσοφος]])·<br /><b class="num">I. 1.</b> [[αγαπώ]] τη [[γνώση]], την [[αναζητώ]], [[φιλοσοφώ]], Λατ. philosophari, σε Ηρόδ., Θουκ. κ.λπ.· φιλοσοφοῦντά με [[δεῖ]] [[ζῆν]], λέει ο [[Σωκράτης]], σε Πλάτ.<br /><b class="num">2.</b> [[διδάσκω]] [[φιλοσοφία]], σε Ισοκρ.<br /><b class="num">II. 1.</b> με αιτ., [[συζητώ]] με φιλοσοφική [[διάθεση]], [[αναζητώ]], [[σπουδάζω]], Λατ. meditari, σε Ισοκρ.· <i>φιλοσοφίαν φιλοσοφεῖν</i>, [[αναζητώ]] τη [[φιλοσοφία]], [[στοχάζομαι]] φιλοσοφώνια, σε Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> γενικά, [[σπουδάζω]] ένα [[πράγμα]], σε Ισοκρ. | |lsmtext='''φῐλοσοφέω:''' παρακ. <i>πεφιλοσόφηκα</i> ([[φιλόσοφος]])·<br /><b class="num">I. 1.</b> [[αγαπώ]] τη [[γνώση]], την [[αναζητώ]], [[φιλοσοφώ]], Λατ. [[philosophor|philosophari]], σε Ηρόδ., Θουκ. κ.λπ.· φιλοσοφοῦντά με [[δεῖ]] [[ζῆν]], λέει ο [[Σωκράτης]], σε Πλάτ.<br /><b class="num">2.</b> [[διδάσκω]] [[φιλοσοφία]], σε Ισοκρ.<br /><b class="num">II. 1.</b> με αιτ., [[συζητώ]] με φιλοσοφική [[διάθεση]], [[αναζητώ]], [[σπουδάζω]], Λατ. meditari, σε Ισοκρ.· <i>φιλοσοφίαν φιλοσοφεῖν</i>, [[αναζητώ]] τη [[φιλοσοφία]], [[στοχάζομαι]] φιλοσοφώνια, σε Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> γενικά, [[σπουδάζω]] ένα [[πράγμα]], σε Ισοκρ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[φιλόσοφος]]<br /><b class="num">I.</b> to [[love]] [[knowledge]], [[pursue]] it, [[philosophise]], Lat. philosophari, Hdt., Thuc., etc.; φιλοσοφοῦντά με δεῖ ζῆν, says [[Socrates]], Plat.<br /><b class="num">2.</b> to [[teach]] [[philosophy]], Isocr.<br /><b class="num">II.</b> c. acc. to [[discuss]] [[philosophically]], to [[investigate]], [[study]], Lat. meditari, Isocr.; φιλοσοφίαν φιλοσοφεῖν to [[pursue]] [[philosophy]], Xen.<br /><b class="num">2.</b> [[generally]], to [[study]] a [[thing]], Isocr. | |mdlsjtxt=[[φιλόσοφος]]<br /><b class="num">I.</b> to [[love]] [[knowledge]], [[pursue]] it, [[philosophise]], Lat. [[philosophor|philosophari]], Hdt., Thuc., etc.; φιλοσοφοῦντά με δεῖ ζῆν, says [[Socrates]], Plat.<br /><b class="num">2.</b> to [[teach]] [[philosophy]], Isocr.<br /><b class="num">II.</b> c. acc. to [[discuss]] [[philosophically]], to [[investigate]], [[study]], Lat. meditari, Isocr.; φιλοσοφίαν φιλοσοφεῖν to [[pursue]] [[philosophy]], Xen.<br /><b class="num">2.</b> [[generally]], to [[study]] a [[thing]], Isocr. | ||
}} | }} | ||
{{trml | {{trml | ||
|trtx=Bulgarian: философствам; Catalan: filosofar; Czech: filozofovat; Esperanto: filozofi; Finnish: filosofoida; German: [[philosophieren]]; Greek: [[φιλοσοφώ]]; Ancient Greek: [[φιλοσοφέω]]; Hebrew: הִתְפַּלְסֵף; Hungarian: filozofál, bölcselkedik; Latin: [[philosophor]]; Macedonian: филозофи́ра; Old English: ūþwitian; Portuguese: filosofar; Spanish: [[filosofar]]; Swedish: filosofera; Volapük: filosopön | |trtx=Bulgarian: философствам; Catalan: filosofar; Czech: filozofovat; Esperanto: filozofi; Finnish: filosofoida; German: [[philosophieren]]; Greek: [[φιλοσοφώ]]; Ancient Greek: [[φιλοσοφέω]]; Hebrew: הִתְפַּלְסֵף; Hungarian: filozofál, bölcselkedik; Latin: [[philosophor]]; Macedonian: филозофи́ра; Old English: ūþwitian; Portuguese: filosofar; Spanish: [[filosofar]]; Swedish: filosofera; Volapük: filosopön | ||
}} | }} |