ἀκαταπάτητος: Difference between revisions

m
LSJ1 replacement
(4000)
 
m (LSJ1 replacement)
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=akatapatitos
|Transliteration C=akatapatitos
|Beta Code=a)katapa/thtos
|Beta Code=a)katapa/thtos
|Definition=ον, v. l. for <b class="b3">ἀκατάποτος</b> (q. v.).
|Definition=ἀκαταπάτητον, [[varia lectio|v.l.]] for [[ἀκατάποτος]] ([[quod vide|q.v.]]).
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀκαταπάτητος]], -ον) [[καταπατῶ]]<br />[[εκείνος]] που δεν έχει καταπατηθεί ή δεν μπορεί να καταπατηθεί, να παραβιαστεί<br />«ακαταπάτητα κτήματα», «ακαταπάτητα δικαιώματα».
}}
}}