3,274,919
edits
(Bailly1_2) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(17 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=dryfaktos | |Transliteration C=dryfaktos | ||
|Beta Code=dru/faktos | |Beta Code=dru/faktos | ||
|Definition=[ | |Definition=[ῠ], ὁ, later [[τρύφακτος]] ''BCH''35.23 (Delos, iv B. C.), ''OGI''598.3 (Jerusalem), Hdn.Gr.2.595:—<br><span class="bld">A</span> [[railing]] or [[latticed]] [[partition]], serving as the [[bar]] of the [[court]]s of [[law]], the [[council]]-[[chamber]], etc., Ar. ''V.''380: mostly in plural, ὑπερεπήδων τοὺς δ. Id.''Eq.''675; ὑπὸ τοῖς δ. Id.''V.'' 386; <b class="b3">ἐπὶ τοῖς δ.</b> ib.552, X ''HG''2.3.55: sg., δρυφάκτου τρόπῳ Apollod. ''Poliorc.''172.1.<br><span class="bld">2</span> [[handrail]], Plb.1.22.6, 10.<br><span class="bld">3</span> [[balcony]], Arist. ''Ath.''50.2:—written δρύφρακτοι, Lib.''Or.''11.217. (By dissim. for [[δρύφρακτος]] ([[φράσσω]]), cf. Lib. l. c., Hellad. ap. Sch.Orib.2p.746D., Sch.[[Aristophanes|Ar.]]''[[The Knights|Eq.]]'' l. c.) | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-η, -ον<br />[[separado]], [[protegido por una barrera]] θρόνος como signo de la realeza romana, Lyd.<i>Mag</i>.1.7, δρυφάκτη [[λάρναξ]] = [[arca]] guardada tras una [[barrera]]</i> como explicación de <i>[[scrinium]]</i> Lyd.<i>Mag</i>.3.35. < [[δρύφακτος]] [[δρυφακτόω]] > [[δρύφακτος]], -ου, ὁ<br /><b class="num">• Alolema(s):</b> τρύφ- <i>IG</i> 11(2).142.45 (IV a.C.), <i>ID</i> 366A.47 (III a.C.), <i>SEG</i> 23.514.16 (Delos II a.C.), <i>IMylasa</i> 502.3 (heleníst.), <i>IOropos</i> 325.4 (III/II a.C.), <i>CIIud</i>.1400 (Jerusalén I d.C.), Hdn.Gr.2.595; δρύφρ- Lib.<i>Or</i>.11.217, Zonar.128.29C.<br /><b class="num">• Prosodia:</b> [-ῠ-]<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[barrera]], [[balaustrada]], [[barandal]] para [[delimitar]] un [[recinto]] [[oficial]] o [[sagrado]]: para [[separar]] a los miembros de la [[βουλή]] o los tribunales <i>IG</i> 1<sup>3</sup>.64.14 (V a.C.), [[ἄνευ]] δρυφάκτου τὴν δίκην μέλλεις καλεῖν; Ar.<i>V</i>.830, ὑπερεπήδων τοὺς δρυφάκτους Ar.<i>Eq</i>.675, cf. <i>V</i>.386, 552, X.<i>HG</i> 2.3.55, <i>IG</i> 12(3).326.25 (Tera II d.C.), en templos, para aislar imágenes u objetos sagrados, frec. en Delos κλειδὸς καὶ χελωνίου ἐπὶ τὸν τρύφακτον <i>IG</i> 11(2).287A.56 (III a.C.), cf. <i>IG</i> 11(2).287A.101 (III a.C.), [[λίθινος]] <i>ID</i> 1403Bb.2.19, 20 (II a.C.), ξύλινος <i>ID</i> 1417A.2.38 (II a.C.), τὰ δρύινα εἰς τὸν τρύφακτον <i>ID</i> 366A.47 (III a.C.), τοῦ τρυφάκτου τοῦ μεταξὺ τοῦ βωμοῦ ... καὶ τῆς τραπέζης τοῦ θεοῦ <i>ILabr</i>.60.12, cf. <i>SEG</i> [[l.c.]], <i>IMylasa</i> [[l.c.]], aislando el segundo recinto del templo de Jerusalén <i>CIIud</i>.l.c., I.<i>BI</i> 5.193, δρυφάκτῳ ... ἡ σκηνὴ προσεώκει del Tabernáculo, Thdt.<i>Qu.in Ex</i>.60<br /><b class="num">•</b>en iglesias crist. [[cancela]], [[celosía]] para [[separar]] al [[clero]] del [[público]], Soz.<i>HE</i> 7.25.9<br /><b class="num">•</b>gener. cualquier tipo de [[barrera de separación]] δρυφάκτους τὰς κιγχλίδας καὶ τὰ σανιδώματα καὶ τάς κλίμακας προσηγόρευον Hellad. en Sch.Orib.14.13.<br /><b class="num">2</b> [[balconada]], [[balcón]] en casas particulares κωλύουσι ... δρυφάκτους ὑπὲρ τῶν ὁδῶν [[ὑπερτείνειν]] (los astínomos) prohíben que se tiendan balcones saledizos sobre las calles</i> Arist.<i>Ath</i>.50.2, cf. Heraclid.Lemb.<i>Pol</i>.8, Chrys.M.60.69, <i>PAmst</i>.51.3 (V/VI d.C.).<br /><b class="num">3</b> mec. [[barandilla]], [[parapeto]] en [[máquina]]s de [[guerra]] εἶχεν ... δρύφακτον αὕτη παρ' ἑκατέραν τὴν ἐπιμήκη πλευράν, εἰς [[γόνυ]] τὸ [[βάθος]] ref. la [[pasarela]] de [[abordaje]], Plb.1.22.6, cf. 10, para el [[asedio]] de ciudades δρυφάκτου τρόπῳ Apollod.<i>Poliorc</i>.172.1.<br /><b class="num">• Etimología:</b> De δρυ- (cf. [[δρῦς]]) y *φρακ-το-ς (cf. [[φράσσω]]), c. disim. | |||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />barre d'un tribunal <i>ou</i> d'un lieu d'assemblée <i>d'ord. au plur.</i><br />'''Étymologie:''' par dissimil. p. *[[δρύφρακτος]], de [[δρῦς]], [[φράσσω]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''δρύφακτος:''' (ῠ) ὁ преимущ. pl. [[перегородка]] или [[перила]], [[барьер]] Arph., Xen., Polyb., Plut. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δρύφακτος''': ὁ, [[φραγμός]] τις κιγκλιδωτὸς ἢ δικτυωτὸν [[διαχώρισμα]] χρησιμεῦον ὡς [[περίφραγμα]] τῶν δικαστηρίων, τοῦ βουλευτηρίου, κτλ., Ἀριστοφ. Σφηξ. 830 συνήθ. κατὰ πληθ., ὡς τὸ Λατ. cancelli, ὑπερεπήδων τοὺς δρ. ὁ αὐτ. Ἱππ. 675· ὑπὸ τοῖς δρ. ὁ αὐτ. Σφηξ. 386· ἐπὶ τοῖς δρ. [[αὐτόθι]] 552, Ξεν. Ἑλλ. 2. 3, 55· οὐδ. πληθ. δρύφακτα ἀναφέρεται ὑπὸ τοῦ Δινδ. ἐν Στεφ. Θησαυρ., ἀλλὰ τὸ ἀρσενικὸν ἀπαντᾷ παρ’ Ἀριστοφ. Ἱππ. Πολύβ. (ἴδε κατωτ.), καὶ ἀλλαχοῦ τὸ γένος δὲν δύναται νὰ ὁρισθῇ· πρβλ. [[κιγκλίς]]. 2) καθ’ ἑνικὸν [[καθόλου]], κιγκλίδες, Πολύβ. 1. 22, 6 καὶ 10. (Ὁ Σχολ. τοῦ Ἀριστοφ. Ἱππ. ἔνθ’ ἀνωτ. ἑρμηνεύει τὴν λέξιν διὰ τοῦ ὁ ἐκ δρυὸς [[φραγμός]], [[ὥστε]] ἀρχικῶς θὰ ἦτο δρυόφρακτος). | |lstext='''δρύφακτος''': ὁ, [[φραγμός]] τις κιγκλιδωτὸς ἢ δικτυωτὸν [[διαχώρισμα]] χρησιμεῦον ὡς [[περίφραγμα]] τῶν δικαστηρίων, τοῦ βουλευτηρίου, κτλ., Ἀριστοφ. Σφηξ. 830 συνήθ. κατὰ πληθ., ὡς τὸ Λατ. cancelli, ὑπερεπήδων τοὺς δρ. ὁ αὐτ. Ἱππ. 675· ὑπὸ τοῖς δρ. ὁ αὐτ. Σφηξ. 386· ἐπὶ τοῖς δρ. [[αὐτόθι]] 552, Ξεν. Ἑλλ. 2. 3, 55· οὐδ. πληθ. δρύφακτα ἀναφέρεται ὑπὸ τοῦ Δινδ. ἐν Στεφ. Θησαυρ., ἀλλὰ τὸ ἀρσενικὸν ἀπαντᾷ παρ’ Ἀριστοφ. Ἱππ. Πολύβ. (ἴδε κατωτ.), καὶ ἀλλαχοῦ τὸ γένος δὲν δύναται νὰ ὁρισθῇ· πρβλ. [[κιγκλίς]]. 2) καθ’ ἑνικὸν [[καθόλου]], κιγκλίδες, Πολύβ. 1. 22, 6 καὶ 10. (Ὁ Σχολ. τοῦ Ἀριστοφ. Ἱππ. ἔνθ’ ἀνωτ. ἑρμηνεύει τὴν λέξιν διὰ τοῦ ὁ ἐκ δρυὸς [[φραγμός]], [[ὥστε]] ἀρχικῶς θὰ ἦτο δρυόφρακτος). | ||
}} | }} | ||
{{ | {{lsm | ||
| | |lsmtext='''δρύφακτος:''' ὁ, αντί <i>δρύφρακτος</i> ([[δρῦς]], [[φράσσω]]), [[φράχτης]] ή κιγλίδωμα, που χρησιμεύει στην [[περίφραξη]] των δικαστηρίων ή του βουλευτηρίου, σε Αριστοφ.· στον πληθ., όπως το Λατ. [[cancelli]], στον ίδ. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=δρύ-φακτος, ὁ, <i>n</i> [for δρύφρακτος,] [[δρῦς]], [[φράσσω]]<br />a [[fence]] or [[railing]], serving as the bar of the law-courts or [[council]]-[[chamber]], Ar.; in plural, like Lat. [[cancelli]], Ar. | |||
}} | }} |