χερμάδιον: Difference between revisions

m
LSJ1 replacement
(6_3)
m (LSJ1 replacement)
 
(17 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=chermadion
|Transliteration C=chermadion
|Beta Code=xerma/dion
|Beta Code=xerma/dion
|Definition=[ᾰ], τό, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">large stone, boulder</b>, such as were used for missiles by the heroes of the Il., ὀκριόεν <span class="bibl">4.518</span>; μεγάλα <span class="bibl">11.265</span>, cf. <span class="bibl">14.410</span>; ὁ δὲ χερμάδιον λάβε χειρὶ... μέγα ἔργον, ὃ οὐ δύο γ' ἄνδρε φέροιεν <span class="bibl">5.302</span>, <span class="bibl">20.285</span>; twice in Od., <b class="b3">ἀνδραχθέσι χερμαδίοισι βάλλον</b>, of the Laestrygones, <span class="bibl">10.121</span>, cf. <span class="bibl">21.371</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> = [[χερμάς]] <span class="bibl">1</span>, Aen. Tact.<span class="bibl">38.6</span>.—Not a Dim. of [[χερμάς]], but neut. of an Adj. χερμάδιος, ον, <b class="b2">of the shape</b> or <b class="b2">size of a</b> <b class="b3">χερμάς, μολύβδαιναι χερμάδιοι</b> leaden balls <b class="b2">for arm-exercises</b>, <span class="bibl">Luc.<span class="title">Lex.</span>5</span>.</span>
|Definition=[ᾰ], τό,<br><span class="bld">A</span> [[large stone]], [[boulder]], such as were used for missiles by the heroes of the Il., ὀκριόεν 4.518; μεγάλα 11.265, cf. 14.410; ὁ δὲ χερμάδιον λάβε χειρὶ... μέγα ἔργον, ὃ οὐ δύο γ' ἄνδρε φέροιεν 5.302, 20.285; twice in Od., <b class="b3">ἀνδραχθέσι χερμαδίοισι βάλλον</b>, of the Laestrygones, 10.121, cf. 21.371.<br><span class="bld">II</span> = [[χερμάς]] ''1'', Aen. Tact.38.6.—Not a ''Dim. of'' [[χερμάς]], but neut. of an Adj. [[χερμάδιος]], ον, of the [[shape]] or [[size]] of a [[χερμάς]], μολύβδαιναι χερμάδιοι = [[leaden]] [[ball]]s for [[arm]] [[exercise]]s, Luc.''Lex.''5.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1349.png Seite 1349]] τό (eigtl. dim. von [[χερμάς]], nach Andern neutr. vom Folgdn), ein Stein, Kiesel oder <b class="b2">Feldstein</b>, zum Werfen gebraucht; bei Hom. von beträchtlicher Größe, Il. 5, 302 ὁ δὲ [[χερμάδιον]] λάβε χειρί, μέγα [[ἔργον]], ὃ ού δύο γ' ἀνδρε φέροιεν: vgl. 20, 285; μεγάλα 11, 265. 541; ἀ νδραχθέα Od. 10, 121; [[ὀκριόεις]] Il. 4, 518; öfters in der Vrbdg [[βάλε]] χερμαδίῳ.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1349.png Seite 1349]] τό (eigtl. dim. von [[χερμάς]], nach Andern neutr. vom Folgdn), ein Stein, Kiesel oder [[Feldstein]], zum Werfen gebraucht; bei Hom. von beträchtlicher Größe, Il. 5, 302 ὁ δὲ [[χερμάδιον]] λάβε χειρί, μέγα [[ἔργον]], ὃ ού δύο γ' ἀνδρε φέροιεν: vgl. 20, 285; μεγάλα 11, 265. 541; ἀ νδραχθέα Od. 10, 121; [[ὀκριόεις]] Il. 4, 518; öfters in der Vrbdg [[βάλε]] χερμαδίῳ.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />petite pierre, caillou (servant de projectile).<br />'''Étymologie:''' [[χερμάς]].
}}
{{elru
|elrutext='''χερμάδιον:''' τό [demin. к [[χερμάς]] метательный камень, булыжник Hom.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''χερμάδιον''': [ᾰ], τό, = τῷ μεταγεν. [[χερμάς]], [[μέγας]] [[λίθος]], οἷοι ἦσαν οἱ ὑπὸ τῶν ἐν Ἰλ. ἡρώων ῥιπτόμενοι κατὰ τῶν πολεμίων, χερμαδίῳ γὰρ [[βλῆτο]] κατὰ σφυρὸν ὀκριόεντι κνήμην, δεξιτερὴν Δ. 518· ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἦσαν ὀγκώδεις, μεγάλοισί τε χερμαδίοισιν Λ. 265, 511, πρβλ. Ξ. 410· ὁ δὲ [[χερμάδιον]] λάβε χειρί …, μέγα [[ἔργον]], ὃ οὐ δύο γ’ ἄνδρε φέροιεν Ε. 302., Υ. 285· [[ἅπαξ]] ἐν τῇ Ὀδ., ἀνδραχθέσι χερμαδίοισι βάλλον, ἐπὶ τῶν γιγάντων Λαιστρυγόνων, οἵτινες ἐρριπτον ὀγκωδεστάτους λίθους κατὰ τῶν πλοίων τοῦ Ὀδυσσέως, Κ. 121. Δὲν [[εἶναι]] ὑποκορ. τοῦ [[χερμάς]], ἀλλ’ οὐδ. ἐπιθέτου χερμάδιος, ον, ὁ ἔχων τὸ [[σχῆμα]] καὶ τὸ [[μέγεθος]] χερμάδος· μολύβδαιναι χερμάδιοι, σφαῖραι ἐκ μολύβδου χρησιμεύουσαι ὡς βλήματα, Λουκ. Λεξιφ. 6. - Καθ’ Ἡσύχ. «χερμαδίῳ· χειροπληθεῖ λίθῳ».
|lstext='''χερμάδιον''': [ᾰ], τό, = τῷ μεταγεν. [[χερμάς]], [[μέγας]] [[λίθος]], οἷοι ἦσαν οἱ ὑπὸ τῶν ἐν Ἰλ. ἡρώων ῥιπτόμενοι κατὰ τῶν πολεμίων, χερμαδίῳ γὰρ [[βλῆτο]] κατὰ σφυρὸν ὀκριόεντι κνήμην, δεξιτερὴν Δ. 518· ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἦσαν ὀγκώδεις, μεγάλοισί τε χερμαδίοισιν Λ. 265, 511, πρβλ. Ξ. 410· ὁ δὲ [[χερμάδιον]] λάβε χειρί …, μέγα [[ἔργον]], ὃ οὐ δύο γ’ ἄνδρε φέροιεν Ε. 302., Υ. 285· [[ἅπαξ]] ἐν τῇ Ὀδ., ἀνδραχθέσι χερμαδίοισι βάλλον, ἐπὶ τῶν γιγάντων Λαιστρυγόνων, οἵτινες ἐρριπτον ὀγκωδεστάτους λίθους κατὰ τῶν πλοίων τοῦ Ὀδυσσέως, Κ. 121. Δὲν [[εἶναι]] ὑποκορ. τοῦ [[χερμάς]], ἀλλ’ οὐδ. ἐπιθέτου χερμάδιος, ον, ὁ ἔχων τὸ [[σχῆμα]] καὶ τὸ [[μέγεθος]] χερμάδος· μολύβδαιναι χερμάδιοι, σφαῖραι ἐκ μολύβδου χρησιμεύουσαι ὡς βλήματα, Λουκ. Λεξιφ. 6. - Καθ’ Ἡσύχ. «χερμαδίῳ· χειροπληθεῖ λίθῳ».
}}
{{Autenrieth
|auten=[[stone]], of a [[size]] [[suitable]] to be thrown by [[hand]].
}}
{{grml
|mltxt=τὸ, Α<br /><b>1.</b> [[μεγάλη]] [[πέτρα]] για [[ρίψη]] [[εναντίον]] αντιπάλου, [[λίθος]] για [[βολή]] (α. «χερμαδίῳ... [[βλῆτο]] παρὰ σφυρὸν ὀκριόεντι», <b>Ομ. Ιλ.</b><br />β. «ἀνδραχθέσι χερμαδίοισιν βάλλον», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>2.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «χερμαδίῳ<br />χειροπληθεῖ λίθῳ».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χερμάς]], -[[άδος]]. Η λ., πιθανότατα, [[πρέπει]] να ερμηνευθεί ως ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. του επιθ. [[χερμάδιος]], το οποίο, όμως, μαρτυρείται σε μτγν. [[κείμενα]]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''χερμάδιον:''' [ᾰ], τό, [[μεγάλη]] [[πέτρα]], [[λίθος]] που χρησιμ. ως [[βλήμα]], σε Όμηρ. (αμφίβ. προέλ.).
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=χερμᾰ́διον, ου, τό,<br />a [[large]] [[stone]], a [[boulder]], used as a [[missile]], Hom. [deriv. uncertain]
}}
}}