3,253,652
edits
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(4 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=arthritikos | |Transliteration C=arthritikos | ||
|Beta Code=a)rqritiko/s | |Beta Code=a)rqritiko/s | ||
|Definition= | |Definition=ἀρθριτική, ἀρθριτικόν, ([[ἄρθρον]])<br><span class="bld">A</span> of or for the [[joints]], νόμος Hp.''Art.'' 18.<br><span class="bld">II</span> [[diseased in the joints]], [[gouty]], Id.''Epid.''6.4.3, Damox.2.32, Cic.''Fam.''9.23: τὰ ἀρθριτικά Hp.''Epid.''7.100; ἀ. ἀλήματα Gal.17(2).125. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ή, -όν<br />medic.<br /><b class="num">1</b> [[relativo a, de las articulaciones]] νόμος Hp.<i>Art</i>.18, ἀλήματα Gal.17(2).125, λοιμός <i>Hippiatr</i>.4.9 (tít.).<br /><b class="num">2</b> subst. ὁ ἀ. [[artrítico]], [[enfermo de las articulaciones]] Hp.<i>Epid</i>.6.4.3, Damox.2.32, Cic.<i>Fam</i>.9.23, Gal.17(2).125, dif. de ποδαγρικός Dsc.1.102<br /><b class="num">•</b>τὰ ἀρθριτικά afecciones artríticas</i> Hp.<i>Aph</i>.3.20, <i>Epid</i>.7.100. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0350.png Seite 350]] (die Gelenke betreffend), gichtisch krank, Damoch. com. Ath. III, 102 b (v. 32); Diosc.; Cic. Att. 9, 23. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0350.png Seite 350]] (die Gelenke betreffend), gichtisch krank, Damoch. com. Ath. III, 102 b (v. 32); Diosc.; Cic. Att. 9, 23. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀρθριτικός:''' мед. артритический Cic. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀρθρῑτικός''': -ή, -όν, (ἄρθρον) ὁ περὶ τῶν ἄρθρων τοῦ σώματος, κατὰ τὸν νόμον τὸν ἀρθριτικὸν Ἱππ. π. Ἄρθρ. 794. ΙΙ. ὁ πάσχων ἐξ ἀρθρίτιδος, Ἱππ. 1179, Δαμόξενος ἐν «Συντρόφοις» 1. 32, Κικ. Epist. Ad. Fam. 9. 23: - τὰ ἀρθριτικὰ Ἱππ. Ἀφ. 1258. | |lstext='''ἀρθρῑτικός''': -ή, -όν, (ἄρθρον) ὁ περὶ τῶν ἄρθρων τοῦ σώματος, κατὰ τὸν νόμον τὸν ἀρθριτικὸν Ἱππ. π. Ἄρθρ. 794. ΙΙ. ὁ πάσχων ἐξ ἀρθρίτιδος, Ἱππ. 1179, Δαμόξενος ἐν «Συντρόφοις» 1. 32, Κικ. Epist. Ad. Fam. 9. 23: - τὰ ἀρθριτικὰ Ἱππ. Ἀφ. 1258. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό (Α [[ἀρθριτικός]], -ή, -όν) [[αρθρίτιδα]]<br /><b>1.</b> αυτός που πάσχει από [[αρθρίτιδα]]<br /><b>2.</b> (το ουδ. στον πληθ.) <i>τα αρθριτικά</i><br />η [[αρθρίτιδα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που έχει [[σχέση]] με την [[αρθρίτιδα]]<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που έχει [[σχέση]] με τις αρθρώσεις του σώματος. | |mltxt=-ή, -ό (Α [[ἀρθριτικός]], -ή, -όν) [[αρθρίτιδα]]<br /><b>1.</b> αυτός που πάσχει από [[αρθρίτιδα]]<br /><b>2.</b> (το ουδ. στον πληθ.) <i>τα αρθριτικά</i><br />η [[αρθρίτιδα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που έχει [[σχέση]] με την [[αρθρίτιδα]]<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που έχει [[σχέση]] με τις αρθρώσεις του σώματος. | ||
}} | }} |