πρέσβιστος: Difference between revisions

m
LSJ1 replacement
(10)
 
m (LSJ1 replacement)
 
(16 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=presvistos
|Transliteration C=presvistos
|Beta Code=pre/sbistos
|Beta Code=pre/sbistos
|Definition=η, ον, poet. Sup. of <b class="b3">πρέσβυς</b>, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">eldest, most august, most reverend</b>, h.Hom.30.2, <span class="bibl">A.<span class="title">Th.</span>390</span>, S.<span class="title">Frr.</span>582, 605; πρεσβίστα κόσμου μᾶτερ <span class="title">Lyr.Alex.Adesp.</span>35.2; ἁ π. φιλοσοφία <span class="bibl">Ti.Locr. 104b</span>; πόλις <span class="title">Sardis</span>7(1).13: irreg. form πρεσβίστατος, η, ον, <span class="bibl">Nic.<span class="title">Th.</span> 344</span>.</span>
|Definition=η, ον, ''poet.'' Sup. of [[πρέσβυς]], [[eldest]], [[most august]], [[most reverend]], h.Hom.30.2, A.''Th.''390, S.''Frr.''582, 605; πρεσβίστα κόσμου μᾶτερ ''Lyr.Alex.Adesp.''35.2; ἁ π. φιλοσοφία Ti.Locr. 104b; πόλις ''Sardis''7(1).13: irreg. form πρεσβίστατος, η, ον, Nic.''Th.'' 344.
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0698.png Seite 698]] superlat. zu [[πρέσβυς]]; H. h. 30, 2; Aesch. Spt. 372, der geehrteste; Scol. 23, Jac.; Tim. Locr. 97 e.
}}
{{bailly
|btext=v. [[πρέσβυς]].
}}
{{elnl
|elnltext=πρέσβιστος superl. van πρέσβυς.
}}
{{elru
|elrutext='''πρέσβιστος:''' HH, Aesch., Soph., Plat. superl. к [[πρέσβυς]] I.
}}
{{ls
|lstext='''πρέσβιστος''': -η, -ον, ποιητ. ὑπερθ. τοῦ [[πρέσβυς]], γηραιότατος, σεβαστότατος, τὰ [[μάλιστα]] τιμώμενος, Ὕμν. Ὁμ. 30. 2, Αἰσχύλ. Θήβ. 390, Σοφ. Ἀποσπ. 523. 539· [[ὡσαύτως]], παρὰ Τιμ. Λοκρ. 104Β, ά [[πρεσβίττα]] (Δωρ.) [[φιλοσοφία]]· ― [[ὡσαύτως]], πρεσβίστατος, η, ον, Νικ. Θηρ. 344· πρβλ. [[πρεῖγυς]].
}}
{{grml
|mltxt=και κρητ. τ. [[πρείγιστος]] και [[πρήγιστος]] και [[πρίγιστος]], -ίστη, -ον και τ. θηλ. πρεσβίστα και [[πρεσβίττα]] και ανωμ. τ. [[πρεσβίστατος]], -άτη, -ον, Α<br />(ποιητ. τ. υπερθ. του [[πρέσβυς]])<br /><b>1.</b> γηραιότατος, εντιμότατος (α. «πρέσβιστον ἄστρων, νυκτὸς [[ὀφθαλμός]], [[πρέπει]]», Ύμν. <b>Ομ.</b><br />β. «πρεσβίστα κόσμου μᾱτερ», Λυρ. Αλ. Αδέσπ.)<br /><b>2.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> [[πρόεδρος]] της γερουσίας («[[πρήγιστος]] [[βουλῆς]]», <b>επιγρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Υπερθ. του [[πρέσβυς]], [[κατά]] τα [[κύδιστος]], [[κράτιστος]]. Για τον τ. [[πρείγιστος]] <b>βλ. λ.</b> [[πρέσβυς]], ενώ οι τ. [[πρήγιστος]] και [[πρίγιστος]] που μαρτυρούνται σε επιγραφές έχουν προέλθει από ιωτακισμό του -<i>ει</i>-].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πρέσβιστος:''' -η, -ον, ποιητ. υπερθ. του [[πρέσβυς]], ο μεγαλύτερος, ο πιο [[σεβαστός]], ο πιο τιμημένος, σε Ομηρ. Ύμν., Αισχύλ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[πρέσβιστος]], η, ον poet. Sup. of [[πρέσβυς]]<br />[[eldest]], [[most]] [[august]], [[most]] [[honoured]], Hhymn., Aesch.
}}
{{WoodhouseReversedUncategorized
|woodrun=[[first in importance]], [[first-born]]
}}
}}