χαλκίοικος: Difference between revisions

m
LSJ1 replacement
m (Text replacement - "d’" to "d'")
m (LSJ1 replacement)
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=chalkioikos
|Transliteration C=chalkioikos
|Beta Code=xalki/oikos
|Beta Code=xalki/oikos
|Definition=[ῐ], ἡ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[she who dwells in a brazen house]] (i. e. Athena, whose name is freq. omitted), at Sparta, from the brazen shrine in which her statue stood, <span class="bibl">E.<span class="title">Hel.</span>228</span>,<span class="bibl">245</span> (both lyr.), <span class="bibl">Ar.<span class="title">Lys.</span>1300</span> (lyr.), <span class="bibl">Th.1.128</span>,<span class="bibl">134</span>, <span class="bibl">Paus.3.17.2</span>, <span class="bibl">10.5.11</span>.</span>
|Definition=[ῐ], ἡ, [[she who dwells in a brazen house]] (i.e. Athena, whose name is freq. omitted), at Sparta, from the brazen shrine in which her statue stood, E.''Hel.''228,245 (both lyr.), Ar.''Lys.''1300 (lyr.), Th.1.128,134, Paus.3.17.2, 10.5.11.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1330.png Seite 1330]] in einem ehernen Hause od. Tempel wohnend; bes. Beiwort der Athene in Lacedämon; Eur. Hel. 231. 251; Thuc. 1, 134; Paus. 3, 17. 10, 5; auch Artemis, Pol. 4, 22.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1330.png Seite 1330]] in einem ehernen Hause od. Tempel wohnend; bes. Beiwort der Athene in Lacedämon; Eur. Hel. 231. 251; Thuc. 1, 134; Paus. 3, 17. 10, 5; auch Artemis, Pol. 4, 22.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui habite un sanctuaire d'airain (Athéna).<br />'''Étymologie:''' [[χαλκός]], [[οἶκος]].
}}
{{elru
|elrutext='''χαλκίοικος:''' [[обитающий в медном храме]] (эпитет Афины в Спарте) Eur., Thuc., Arph., Polyb.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''χαλκίοικος''': -ον, ὁ κατοικῶν ἐντὸς οἴκου ἐκ χαλκοῦ, ὁ χαλκοῦν ἔχων οἶκον, ἐπίθ. τῆς Πολιούχου Ἀθηνᾶς ἐν Σπάρτῃ ὡς ἐκ τοῦ χαλκοῦ ἱεροῦ ἐν ᾧ ἦν τὸ [[ἄγαλμα]] αὐτῆς, Εὐρ. Ἑλ. 228, 246, Ἀριστ. Λυσ. 1300, Θουκ. 1. 128, 134, ἴδε Παυσ. 3. 17, 3., 10. 5, 5· πρβλ. [[χαλκίναος]], [[χαλκόπυλος]].
|lstext='''χαλκίοικος''': -ον, ὁ κατοικῶν ἐντὸς οἴκου ἐκ χαλκοῦ, ὁ χαλκοῦν ἔχων οἶκον, ἐπίθ. τῆς Πολιούχου Ἀθηνᾶς ἐν Σπάρτῃ ὡς ἐκ τοῦ χαλκοῦ ἱεροῦ ἐν ᾧ ἦν τὸ [[ἄγαλμα]] αὐτῆς, Εὐρ. Ἑλ. 228, 246, Ἀριστ. Λυσ. 1300, Θουκ. 1. 128, 134, ἴδε Παυσ. 3. 17, 3., 10. 5, 5· πρβλ. [[χαλκίναος]], [[χαλκόπυλος]].
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui habite un sanctuaire d'airain (Athéna).<br />'''Étymologie:''' [[χαλκός]], [[οἶκος]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />(το θηλ. ως [[προσωνυμία]] της Αθηνάς στην [[Σπάρτη]], λόγω του αφιερωμένου σε αυτήν ναού του οποίου οι εσωτερικοί τοίχοι ήταν επενδεδυμένοι με χάλκινα ελάσματα) αυτή που κατοικεί σε χάλκινο οίκο («Λακεδαιμονίοις δὲ Ἀθηνᾶς ἱερὸν Χαλκιοίκου», <b>Παυσ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χαλκός]] <span style="color: red;">+</span> [[οἶκος]] (<b>πρβλ.</b> <i>ἄγρ</i>-<i>οικος</i>). Η [[μορφή]] <i>χαλκι</i>- του <i>α</i>' συνθετικού, [[κατά]] την επικρατέστερη [[άποψη]], ερμηνεύεται από το επίθ. [[χάλκιος]], ενώ, κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], [[είναι]] αναλογική [[προς]] άλλα α' συνθετικά σε -<i>ι</i>- (<b>πρβλ.</b> <i>πολι</i>-<i>οῦχος</i>)].
|mltxt=-ον, Α<br />(το θηλ. ως [[προσωνυμία]] της Αθηνάς στην [[Σπάρτη]], λόγω του αφιερωμένου σε αυτήν ναού του οποίου οι εσωτερικοί τοίχοι ήταν επενδεδυμένοι με χάλκινα ελάσματα) αυτή που κατοικεί σε χάλκινο οίκο («Λακεδαιμονίοις δὲ Ἀθηνᾶς ἱερὸν Χαλκιοίκου», <b>Παυσ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χαλκός]] <span style="color: red;">+</span> [[οἶκος]] ([[πρβλ]]. [[ἄγροικος]]). Η [[μορφή]] <i>χαλκι</i>- του <i>α</i>' συνθετικού, [[κατά]] την επικρατέστερη [[άποψη]], ερμηνεύεται από το επίθ. [[χάλκιος]], ενώ, κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], [[είναι]] αναλογική [[προς]] άλλα α' συνθετικά σε -<i>ι</i>- ([[πρβλ]]. [[πολιοῦχος]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''χαλκίοικος:''' [ῐ], -ον, αυτός που κατοικεί σε [[σπίτι]] από χαλκό, επίθ. για την Αθηνά στη [[Σπάρτη]], από το χάλκινο [[ιερό]] όπου βρίσκεται το άγαλμά της, σε Ευρ., Θουκ.
|lsmtext='''χαλκίοικος:''' [ῐ], -ον, αυτός που κατοικεί σε [[σπίτι]] από χαλκό, επίθ. για την Αθηνά στη [[Σπάρτη]], από το χάλκινο [[ιερό]] όπου βρίσκεται το άγαλμά της, σε Ευρ., Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''χαλκίοικος:''' [[обитающий в медном храме]] (эпитет Афины в Спарте) Eur., Thuc., Arph., Polyb.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=χαλκί-οικος, ον,<br />[[dwelling]] in a brasen [[house]], [[epithet]] of [[Athena]] at [[Sparta]], from the brasen [[shrine]] in [[which]] her [[statue]] stood, Eur., Thuc.
|mdlsjtxt=χαλκί-οικος, ον,<br />[[dwelling]] in a brasen [[house]], [[epithet]] of [[Athena]] at [[Sparta]], from the brasen [[shrine]] in [[which]] her [[statue]] stood, Eur., Thuc.
}}
}}