3,277,040
edits
(6_4) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(12 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=lallai | |Transliteration C=lallai | ||
|Beta Code=la/llai | |Beta Code=la/llai | ||
|Definition=αἱ, | |Definition=αἱ, [[pebbles]], from their [[prattling]] in the stream, restored for [[ἄλλαι]] in Theoc.22.39, from [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]], ''EM''555.47. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ῶν (αἱ) :<br />[[petits cailloux]].<br />'''Étymologie:''' [[λᾶας]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''λάλλαι''': -αἱ, αἱ παραθαλάσσιοι ἢ παραποτάμιοι ψῆφοι ἐκ τοῦ θορύβου ὃν ποιοῦσιν [[ὅταν]] κινῶνται ὑπὸ τῶν κυμάτων ἢ τοῦ ῥεύματος, ἐκ διορθώσεως ἀντὶ τοῦ ἄλλαι ἐν Θεοκρ. 22. 39, ἐκ τοῦ Ἡσυχ., Ἐτυμ. Μέγ. 555. 47. | |lstext='''λάλλαι''': -αἱ, αἱ παραθαλάσσιοι ἢ παραποτάμιοι ψῆφοι ἐκ τοῦ θορύβου ὃν ποιοῦσιν [[ὅταν]] κινῶνται ὑπὸ τῶν κυμάτων ἢ τοῦ ῥεύματος, ἐκ διορθώσεως ἀντὶ τοῦ ἄλλαι ἐν Θεοκρ. 22. 39, ἐκ τοῦ Ἡσυχ., Ἐτυμ. Μέγ. 555. 47. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[λάλλαι]], αἱ (Α)<br />βότσαλα σε [[ακρογιαλιά]] ή σε όχθη ποταμού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>λαλῶ</i>, με εκφραστικό διπλασιασμό του -<i>λ</i>- λόγω του ήχου που κάνουν τα βότσαλα]. | |||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''λάλλαι:''' αἱ ([[λαλέω]]), χαλίκια, βότσαλα, από το θόρυβο που κάνουν στο [[νερό]], σε Θεόκρ. | |||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[λάλλαι]], ῶν, αἱ, [[λαλέω]]<br />pebbles, from [[their]] [[prattling]] in the [[stream]], Theocr. | |||
}} | }} |