3,274,919
edits
(6_11) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(8 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=analiptikos | |Transliteration C=analiptikos | ||
|Beta Code=a)nalhptiko/s | |Beta Code=a)nalhptiko/s | ||
|Definition=ή, όν | |Definition=ἀναληπτική, ἀναληπτικόν, [[restorative]], [[κύκλος]], of medical treatment, Sor.2.88, cf. Gal.1.301. Adv. [[ἀναληπτικῶς]] Id.14.672. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">1</b> medic. [[reparador]] de un tratamiento médico, Sor.103.17, 151.32, Gal.1.301, de alimentos, Theod.Prisc.<i>Leg</i>.69.<br /><b class="num">2</b> adv. -ῶς [[a base de reconstituyentes]] ἀ. ἄγειν αὐτόν Gal.14.672. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 18: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀναληπτικός''': -ή, -όν, ὁ συντελῶν πρὸς ἀνάρρωσιν καὶ ὑγίειαν, Γαλην. | |lstext='''ἀναληπτικός''': -ή, -όν, ὁ συντελῶν πρὸς ἀνάρρωσιν καὶ ὑγίειαν, Γαλην. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -ό (Α [[ἀναληπτικός]], -ή, -όν) [[ἀναλαμβάνω]]<br />(στην Ιατρ.)<br /><b>1.</b> αυτός που συντελεί στην [[ανάρρωση]], [[δυναμωτικός]], [[τονωτικός]]<br /><b>2.</b> (ο [[πληθυντικός]] του ουδετέρου ως ουσιαστικό) <i>τα αναλγητικά</i><br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (για χρηματικές καταθέσεις) αυτός που επιστρέφεται σε πρώτη [[ζήτηση]], που μπορεί να αναληφθεί [[αμέσως]]. | |||
}} | }} |