ἀλιτηρός: Difference between revisions

m
LSJ1 replacement
(6_16)
m (LSJ1 replacement)
 
(11 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=alitiros
|Transliteration C=alitiros
|Beta Code=a)lithro/s
|Beta Code=a)lithro/s
|Definition=όν, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[ἀλιτήριος]]: <b class="b3">κἀξ ἀλῑτηροῦ φρενός</b> is prob. f.l. for [[κἀλιτηρίου]] in <span class="bibl">S. <span class="title">OC</span>371</span>.</span>
|Definition=ἀλιτηρόν, = [[ἀλιτήριος]]: <b class="b3">κἀξ ἀλῑτηροῦ φρενός</b> is prob. [[falsa lectio|f.l.]] for [[κἀλιτηρίου]] in S. ''OC''371.
}}
{{DGE
|dgtxt=(ἀλῐτηρός) -όν<br /><b class="num">• Prosodia:</b> [ᾰ-]<br /><b class="num">• Morfología:</b> [adv. ἀλιτɛ̄ρōς <i>Schwyzer</i> 412 (Olimpia VI a.C.)]<br />[[impío]], [[ἀνήρ]] Alcm.79.1, φρήν S.<i>OC</i> 371, Σαρακηνοί <i>PMasp</i>.9re.22 (VI d.C.), cf. tb. [[ἀλειτɛ̄ρός]].
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0099.png Seite 99]] = [[ἀλιτήριος]], Alcm. bei Schol. Pind. Ol. 1, 97; Soph. O. C. 372 [[φρήν]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0099.png Seite 99]] = [[ἀλιτήριος]], Alcm. bei Schol. Pind. Ol. 1, 97; Soph. O. C. 372 [[φρήν]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀλῑτηρός:''' Soph. = [[ἀλιτήριος]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀλῐτηρός''': -όν, = [[ἀλιτήριος]]· ἀλλὰ τὸ ἐν Σοφ. Ο. Κ. 371· κἀξ ἀλιτηροῦ φρενός, πρέπει νὰ [[εἶναι]] ἐφθαρμ., [[ἐπειδὴ]] τὸ ι [[εἶναι]] βραχύ. Ὁ Toup προτείνει κἀλιτηρίου, ὁ Ἕρμανν. κἀξ ἀλοιτηροῦ, ὁ Δινδ. κἀξ ἀλιτρίας, ὁ Jebb παρεδέχθη τὴν γραφὴν τοῦ Toup.
|lstext='''ἀλῐτηρός''': -όν, = [[ἀλιτήριος]]· ἀλλὰ τὸ ἐν Σοφ. Ο. Κ. 371· κἀξ ἀλιτηροῦ φρενός, πρέπει νὰ [[εἶναι]] ἐφθαρμ., [[ἐπειδὴ]] τὸ ι [[εἶναι]] βραχύ. Ὁ Toup προτείνει κἀλιτηρίου, ὁ Ἕρμανν. κἀξ ἀλοιτηροῦ, ὁ Δινδ. κἀξ ἀλιτρίας, ὁ Jebb παρεδέχθη τὴν γραφὴν τοῦ Toup.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀλιτηρός]], -όν (Α) [[ἀλιταίνω]]<br />ο [[ἀλιτήριος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀλῐτηρός:''' -όν = [[ἀλιτήριος]]· στον Σοφ. το [[κἀξ]] ἀλῑτηροῦ φρενός, θα έπρεπε πιθ. να είναι [[κἀξ]] ἀλειτηρᾶς ή <i>ἐξ ἀλιτρίας</i>.
}}
}}