ὁδοιπόριον: Difference between revisions

m
LSJ1 replacement
(3b)
m (LSJ1 replacement)
 
(11 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=odoiporion
|Transliteration C=odoiporion
|Beta Code=o(doipo/rion
|Beta Code=o(doipo/rion
|Definition=τό, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">passagemoney</b> paid to a ship-master, or <b class="b2">provisions for the voyage</b>, <span class="bibl">Od.15.506</span> : pl., <span class="bibl"><span class="title">Sammelb.</span>7243.5</span> (iv A. D.).</span>
|Definition=τό, [[passage money]] paid to a [[shipmaster]], or [[provisions for the voyage]], Od.15.506: pl., ''Sammelb.''7243.5 (iv A. D.).
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />[[prix du transport]].<br />'''Étymologie:''' [[ὁδοιπόρος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὁδοιπόριον:''' τό [[плата или награда за провоз]] Hom.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ὁδοιπόριον''': τό, ὁ [[ναῦλος]] ταξιδίου διδόμενος εἰς τὸν πλοίαρχον, ἢ αἱ διὰ τὸ ταξίδιον ζωοοτροφίαι, Λατ. viaticum, ἢ κατὰ τὸν Σχολιαστήν: «τὴν [[ὑπὲρ]] τοῦ συνοδεῦσαι [[ἤτοι]] συμπλεῦσαι ἑστίασιν» Ὀδ. Ο. 506· πρβλ. εφόδιον.
|lstext='''ὁδοιπόριον''': τό, ὁ [[ναῦλος]] ταξιδίου διδόμενος εἰς τὸν πλοίαρχον, ἢ αἱ διὰ τὸ ταξίδιον ζωοοτροφίαι, Λατ. viaticum, ἢ κατὰ τὸν Σχολιαστήν: «τὴν [[ὑπὲρ]] τοῦ συνοδεῦσαι [[ἤτοι]] συμπλεῦσαι ἑστίασιν» Ὀδ. Ο. 506· πρβλ. εφόδιον.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />prix du transport.<br />'''Étymologie:''' [[ὁδοιπόρος]].
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''ὁδοιπόριον:''' τό, προμήθειες για το [[ταξίδι]], Λατ. [[viaticum]], σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''ὁδοιπόριον:''' τό, προμήθειες για το [[ταξίδι]], Λατ. [[viaticum]], σε Ομήρ. Οδ.
}}
}}
{{elru
{{mdlsj
|elrutext='''ὁδοιπόριον:''' τό плата или награда за провоз Hom.
|mdlsjtxt=[[ὁδοιπόριον]], ου, τό,<br />provisions for the [[voyage]], Lat. [[viaticum]], Od. [from [[ὁδοιπόρος]]
}}
}}