φοῦρνος: Difference between revisions

m
LSJ1 replacement
m (Text replacement - " s.v. " to " s.v. ")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (LSJ1 replacement)
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=foyrnos
|Transliteration C=foyrnos
|Beta Code=fou=rnos
|Beta Code=fou=rnos
|Definition=ὁ, = Lat. <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[furnus]], <span class="bibl">Ath.3.113c</span>, Erot. [[sub verbo|s.v.]] [[ἰπνός]].</span>
|Definition=ὁ, = Lat. [[furnus]], Ath.3.113c, Erot. [[sub verbo|s.v.]] [[ἰπνός]].
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ο / φοῡρνος, ΝΜΑ<br />θολωτή κτιστή [[κατασκευή]] για το [[ψήσιμο]] ψωμιού και φαγητών<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[φουρνάρικο]], [[αρτοποιείο]]<br /><b>2.</b> το ειδικό [[μέρος]] της συσκευής κουζίνας ή χωριστή [[συσκευή]] που χρησιμεύει για [[ψήσιμο]]<br /><b>4.</b> [[εστία]] ατμολέβητα<br /><b>5.</b> <b>τεχνολ.</b> [[κοινή]] [[ονομασία]] του κλιβάνου και, σε ορισμένες περιπτώσεις, της καμίνου<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> α) «όποιος δεν είδε [[κάστρο]], βλέπει φούρνο και ξιπάζεται» ή «που δεν είδε το [[παλάτι]], είδε φούρνο και θαυμάστη» — όποιος έχει ζήσει σε απομονωμένη [[περιοχή]] εκφράζει άκαιρη [[απορία]] ή θαυμασμό για [[μικροπράγματα]]<br />β) «[[φούρνος]] μην καπνίσει» — δηλώνει πλήρη [[αδιαφορία]] για [[σημαντικά]] θέματα<br />γ) «[[κάποιος]] [[φούρνος]] έπεσε [ή γκρέμισε ή χάλασε ή γκρεμίστηκε]»<br /><b>ειρων.</b> συνέβη [[κάτι]] απροσδόκητο<br />δ) «σαν τον φούρνο του Ναστραντίν Χότζα»<br />i) λέγεται σε περιπτώσεις [[κατά]] τις οποίες δίνονται αλληλοσυγκρουόμενες γνώμες ή συμβουλές<br />ii) [[χαρακτηρισμός]] ατόμου με ευμετάβολο και ασταθή χαρακτήρα<br />ε) «[[φούρνος]] μικροκυμάτων» — [[ηλεκτρονικός]] [[φούρνος]] οικιακής χρήσης που λειτουργεί με υψηλής συχνότητας ηλεκτρομαγνητικά κύματα, τα λεγόμενα μικροκύματα, [[γεγονός]] που μειώνει [[κατά]] πολύ τον απαιτούμενο χρόνο παρασκευής τών φαγητών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>furnus</i>].
|mltxt=ο / φοῦρνος, ΝΜΑ<br />θολωτή κτιστή [[κατασκευή]] για το [[ψήσιμο]] ψωμιού και φαγητών<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[φουρνάρικο]], [[αρτοποιείο]]<br /><b>2.</b> το ειδικό [[μέρος]] της συσκευής κουζίνας ή χωριστή [[συσκευή]] που χρησιμεύει για [[ψήσιμο]]<br /><b>4.</b> [[εστία]] ατμολέβητα<br /><b>5.</b> <b>τεχνολ.</b> [[κοινή]] [[ονομασία]] του κλιβάνου και, σε ορισμένες περιπτώσεις, της καμίνου<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> α) «όποιος δεν είδε [[κάστρο]], βλέπει φούρνο και ξιπάζεται» ή «που δεν είδε το [[παλάτι]], είδε φούρνο και θαυμάστη» — όποιος έχει ζήσει σε απομονωμένη [[περιοχή]] εκφράζει άκαιρη [[απορία]] ή θαυμασμό για [[μικροπράγματα]]<br />β) «[[φούρνος]] μην καπνίσει» — δηλώνει πλήρη [[αδιαφορία]] για [[σημαντικά]] θέματα<br />γ) «[[κάποιος]] [[φούρνος]] έπεσε [ή γκρέμισε ή χάλασε ή γκρεμίστηκε]»<br /><b>ειρων.</b> συνέβη [[κάτι]] απροσδόκητο<br />δ) «σαν τον φούρνο του Ναστραντίν Χότζα»<br />i) λέγεται σε περιπτώσεις [[κατά]] τις οποίες δίνονται αλληλοσυγκρουόμενες γνώμες ή συμβουλές<br />ii) [[χαρακτηρισμός]] ατόμου με ευμετάβολο και ασταθή χαρακτήρα<br />ε) «[[φούρνος]] μικροκυμάτων» — [[ηλεκτρονικός]] [[φούρνος]] οικιακής χρήσης που λειτουργεί με υψηλής συχνότητας ηλεκτρομαγνητικά κύματα, τα λεγόμενα μικροκύματα, [[γεγονός]] που μειώνει [[κατά]] πολύ τον απαιτούμενο χρόνο παρασκευής τών φαγητών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>furnus</i>].
}}
}}