ὁμόψηφος: Difference between revisions

m
LSJ1 replacement
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
m (LSJ1 replacement)
 
(9 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=omopsifos
|Transliteration C=omopsifos
|Beta Code=o(mo/yhfos
|Beta Code=o(mo/yhfos
|Definition=ον, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[voting with]], μὴ τοῖς ἐχθίστοις ὁμόψηφοι γένησθε <span class="bibl">And.2.28</span> ; ὁ. κατά τινων τοῖς τριάκοντα <span class="bibl">Lys.13.94</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> [[having an equal right to vote with]], τοῖσι στρατηγοῖσι <span class="bibl">Hdt.6.109</span> ; μετὰ τῶν σφετέρων <span class="bibl">Id.7.149</span>.</span>
|Definition=ὁμόψηφον,<br><span class="bld">A</span> [[voting with]], μὴ τοῖς ἐχθίστοις ὁμόψηφοι γένησθε And.2.28; ὁ. κατά τινων τοῖς τριάκοντα Lys.13.94.<br><span class="bld">II</span> [[having an equal right to vote with]], τοῖσι στρατηγοῖσι [[Herodotus|Hdt.]]6.109; μετὰ τῶν σφετέρων Id.7.149.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0342.png Seite 342]] dasselbe Stimmrecht habend, τινί, wie ein Anderer, ὁμόψηφον τὸν πολέμαρχον ἐποιεῦντο τοῖσι στρατηγοῖσι, sie gaben ihm dieselbe Stimme, Her. 6, 109; [[μετά]] τινος, 7, 149; ὁμόψηφον γίγνεσθαί τινι, beistimmen, Andoc. 2 a. E.; Lys. 1394; Sp., wie Luc. bis accus. 35 Philops. 20.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0342.png Seite 342]] dasselbe Stimmrecht habend, τινί, wie ein Anderer, ὁμόψηφον τὸν πολέμαρχον ἐποιεῦντο τοῖσι στρατηγοῖσι, sie gaben ihm dieselbe Stimme, Her. 6, 109; [[μετά]] τινος, 7, 149; ὁμόψηφον γίγνεσθαί τινι, beistimmen, Andoc. 2 a. E.; Lys. 1394; Sp., wie Luc. bis accus. 35 Philops. 20.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui a un droit de vote égal : τινι, à qqn ; [[μετά]] τινος, qui partage avec qqn le droit de vote.<br />'''Étymologie:''' [[ὁμός]], [[ψῆφος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὁμόψηφος:'''<br /><b class="num">1</b> [[иметь одинаковое право голоса]]: ὁ. τινι и [[μετά]] τινος Her. иметь право голосовать вместе с кем-л.;<br /><b class="num">2</b> [[голосовать вместе]]: ὁ. γίγνεσθαί τινι [[κατά]] τινος Lys. подавать свой голос (вместе) с кем-л. против кого-л.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ὁμόψηφος''': -ον, ὁ ψηφίζων μετά τινος, μὴ τοῖς ἐχθίστοις ὁμόψηφοι γένησθε Ἀνδοκ. 23. 17· ὁμ. τινι κατὰ τινος Λυσ. 139. 6. ΙΙ. ὁ ἔχων ἴσον [[δικαίωμα]] νὰ δώσῃ ψῆφον, τοῖσι στρατηγοῖσι Ἡρόδ. 6, 109· μετὰ τῶν σφετέρων ὁ αὐτ. 7. 149.
|lstext='''ὁμόψηφος''': -ον, ὁ ψηφίζων μετά τινος, μὴ τοῖς ἐχθίστοις ὁμόψηφοι γένησθε Ἀνδοκ. 23. 17· ὁμ. τινι κατὰ τινος Λυσ. 139. 6. ΙΙ. ὁ ἔχων ἴσον [[δικαίωμα]] νὰ δώσῃ ψῆφον, τοῖσι στρατηγοῖσι Ἡρόδ. 6, 109· μετὰ τῶν σφετέρων ὁ αὐτ. 7. 149.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui a un droit de vote égal : τινι, à qqn ; [[μετά]] τινος, qui partage avec qqn le droit de vote.<br />'''Étymologie:''' [[ὁμός]], [[ψῆφος]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ὁμόψηφος]], -ον)<br />αυτός που δίνει την [[ίδια]] ψήφο με άλλον ή άλλους («ὁμόψηφοι κατ' ἐκείνων τῶν ἀνδρῶν τοῖς [[τριάκοντα]] γενήσονται», Λυσ.)<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που αποφασίστηκε ομόθυμα, με [[κοινή]] ψήφο<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που έχει το ίδιο [[δικαίωμα]] ψήφου ή γνώμης με έναν [[άλλο]] («ὁμόψηφον τὸν πολέμαρχον ἐποιεῡντο τοῑσι στρατηγοῑσι», <b>Ηρόδ.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ομοψήφως</i><br />με σύμφωνη [[γνώμη]], με την [[ίδια]] ψήφο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ομ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[ψῆφος]] (<b>πρβλ.</b> <i>ισό</i>-<i>ψηφος</i>, <i>μονό</i>-<i>ψηφος</i>)].
|mltxt=-η, -ο (Α [[ὁμόψηφος]], -ον)<br />αυτός που δίνει την [[ίδια]] ψήφο με άλλον ή άλλους («ὁμόψηφοι κατ' ἐκείνων τῶν ἀνδρῶν τοῖς [[τριάκοντα]] γενήσονται», Λυσ.)<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που αποφασίστηκε ομόθυμα, με [[κοινή]] ψήφο<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που έχει το ίδιο [[δικαίωμα]] ψήφου ή γνώμης με έναν [[άλλο]] («ὁμόψηφον τὸν πολέμαρχον ἐποιεῡντο τοῖσι στρατηγοῖσι», <b>Ηρόδ.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ομοψήφως</i><br />με σύμφωνη [[γνώμη]], με την [[ίδια]] ψήφο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ομ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[ψῆφος]] (<b>πρβλ.</b> [[ισόψηφος]], [[μονόψηφος]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὁμόψηφος:''' -ον, αυτός που έχει ίσο [[δικαίωμα]] ψήφου με τους άλλους, με δοτ., σε Ηρόδ.· [[μετά]] τινων, στον ίδ.
|lsmtext='''ὁμόψηφος:''' -ον, αυτός που έχει ίσο [[δικαίωμα]] ψήφου με τους άλλους, με δοτ., σε Ηρόδ.· [[μετά]] τινων, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὁμόψηφος:'''<br /><b class="num">1)</b> иметь одинаковое право голоса: ὁ. τινι и [[μετά]] τινος Her. иметь право голосовать вместе с кем-л.;<br /><b class="num">2)</b> голосовать вместе: ὁ. γίγνεσθαί τινι [[κατά]] τινος Lys. подавать свой голос (вместе) с кем-л. против кого-л.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj