τροχιλεία: Difference between revisions

m
Text replacement - "===(\w+)===" to "===$1==="
m (Text replacement - "[[si varia lectio" to "[[si vera lectio")
m (Text replacement - "===(\w+)===" to "===$1===")
 
(9 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=trochileia
|Transliteration C=trochileia
|Beta Code=troxilei/a
|Beta Code=troxilei/a
|Definition=ἡ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> <b class="b2">block-and-tackle equipment, pulley</b> or [[system of pulleys]], [[roller of a windlass]], and the like, <span class="title">IG</span>12.313.112, 314.123, 374.142, 22.1666.91, 1672.205, al., 11(2).161 <span class="title">A</span>98 (Delos, iii B. C.); the later spelling τροχιλία is found in codd. of <span class="bibl">Hp.<span class="title">Art.</span>43</span>, <span class="bibl">Ar.<span class="title">Lys.</span>722</span> (where [[τροχιλείας]] is metrically prob.), <span class="bibl">Plb.1.22.5</span>, <span class="bibl">8.4.5</span>, Plu.2.18c, <span class="bibl"><span class="title">Eum.</span>11</span>, <span class="bibl">Gal.<span class="title">UP</span>7.14</span>; the word is variously corrupted in <span class="bibl">Archipp. 33</span>; the form τροχιλέα occurs in <span class="bibl">Arist.<span class="title">Mech.</span>851b19</span>, <span class="bibl">Ath.Mech.14.8</span>, Suid. (citing Socr. ap. <span class="bibl">D.L.2.36</span>, where [[τροχιλία]]); τροχειλέα prob. in <span class="bibl"><span class="title">PLond.</span>3.1177.216</span> (ii A. D.); τροχαλία, <span class="bibl">Arist.<span class="title">Mech.</span>853a36</span>, <span class="bibl">b2</span>; τροχηλιά (oxyt.), <span class="bibl">Thphr.<span class="title">HP</span>4.3.5</span>, <span class="bibl">Gal.<span class="title">UP</span>7.14</span> (as v.l.); τροχελλέα, <span class="bibl"><span class="title">POxy.</span>502.35</span> (ii A. D.); τροχιλλέα, <span class="bibl"><span class="title">BGU</span>1116.24</span> (i B. C.), <span class="title">Gloss.</span>; τροχαρέα, <span class="bibl"><span class="title">PLond.</span>1821.194</span>: metaph., <b class="b3">μετά τινος τροχιλίας</b> with a certain <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[ease]] or [[glibness]], <span class="bibl">Ath.13.587f</span> ([[si vera lectio|s. v.l.]]).</span>
|Definition=ἡ, [[block-and-tackle equipment]], [[pulley]] or [[system of pulleys]], [[roller of a windlass]], and the like, IG12.313.112, 314.123, 374.142, 22.1666.91, 1672.205, al., 11(2).161 A98 (Delos, iii B. C.); the later spelling τροχιλία is found in codd. of Hp.Art.43, Ar.Lys.722 (where [[τροχιλεία]]ς is metrically prob.), Plb.1.22.5, 8.4.5, Plu.2.18c, Eum.11, Gal.UP7.14; the word is variously corrupted in Archipp. 33; the form [[τροχιλέα]] occurs in Arist.Mech.851b19, Ath.Mech.14.8, Suid. (citing Socr. ap. D.L.2.36, where [[τροχιλία]]); [[τροχειλέα]] prob. in PLond.3.1177.216 (ii A. D.); [[τροχαλία]], Arist.Mech.853a36, b2; [[τροχηλιά]] (oxyt.), Thphr.HP4.3.5, Gal.UP7.14 (as v.l.); [[τροχελλέα]], POxy.502.35 (ii A. D.); [[τροχιλλέα]], BGU1116.24 (i B. C.), ''Glossaria''; [[τροχαρέα]], PLond.1821.194: metaph., μετά τινος τροχιλίας = with a certain [[ease]] or [[glibness]], Ath.13.587f ([[si vera lectio|s. v.l.]]).
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=, Α<br /><b>βλ.</b> [[τροχαλία]].
|mltxt=[[τροχαλία]] και [[τροχιλία]], η, ΝΜΑ, και σπάν. τ. [[τροχιλέα]] και [[τροχιλεία]] και [[τροχηλία]] και [[τροχελλέα]] και [[τροχειλέα]] και [[τροχιλλέα]] και [[τροχαρέα]], Α<br /><b>1.</b> [[τροχός]] που περιστρέφεται ελεύθερα [[γύρω]] από άξονα και έχει αυλακωτή ή [[λεία]] [[στεφάνη]] όπου περιελίσσεται [[σχοινί]] για την [[ανύψωση]] βαρέων αντικειμένων, [[καρούλι]], [[μακαράς]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>τεχνολ.</b> [[τροχός]] που [[είναι]] προσαρμοσμένος σε άξονα και του οποίου το [[σώτρο]] [[είναι]] διαμορφωμένο για να δέχεται εύκαμπτο ατέρμονα ιμάντα μέσω του οποίου μεταδίδει ή δέχεται περιστροφική [[κίνηση]]<br /><b>2.</b> <b>ανατ.</b> (στον τ. [[τροχιλία]]) [[ονομασία]] που δίνεται σε ορισμένες αρθρικές επιφάνειες λόγω της ομοιότητας του σχήματός τους με τον [[παραπάνω]] τροχό (α. «[[τροχιλία]] του βραχιόνιου οστού» β. «[[τροχιλία]] του μηριαίου οστού»)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «ελεύθερη [[τροχαλία]]»<br /><b>τεχνολ.</b> [[τροχαλία]] που στρέφεται [[γύρω]] από τον άξονά της ελεύθερα [[χωρίς]] να εξαναγκάζεται να παρακολουθήσει τον άξονα αυτό στην περιστροφική του [[κίνηση]] και [[χωρίς]] να μεταδίδει σε άξονα ή σε τροχό την [[κίνηση]] που μεταδίδεται σ' αυτήν<br />β) «πάγια [ή σταθερή] [[τροχαλία]]»<br /><b>τεχνολ.</b> [[τροχαλία]] [[σταθερά]] και αμετάθετα συνδεδεμένη με τον άξονά της<br />γ) «πολλαπλή [[τροχαλία]]»<br /><b>τεχνολ.</b> [[συνδυασμός]] περισσότερων τροχαλιών σε ένα ενιαίο [[σύστημα]]<br />δ) «βαθμιδωτή [ή κλιμακωτή] [[τροχαλία]]»<br /><b>τεχνολ.</b> όργανο μετάδοσης κινήσεως απαρτιζόμενο από πολλές ενωμένες τροχαλίες διαφορετικών διαμέτρων, το οποίο χρησιμοποιείται όταν η κινούμενη [[μηχανή]] απαιτεί διάφορες ταχύτητες λειτουργίας<br />ε) «εκτατή [[τροχαλία]]»<br /><b>τεχνολ.</b> [[διμερής]] [[τροχαλία]] συγκροτούμενη από [[ελαφρώς]] κωνικούς δίσκους, για [[χρήση]] με τραπεζοειδή ιμάντα, του οποίου η [[ακτίνα]] περιελίξεως μπορεί να μεταβληθεί με αξονική [[μετάθεση]] του ενός δίσκου<br />στ) «[[τροχαλία]] τανύσεως»<br /><b>τεχνολ.</b> ελεύθερη [[τροχαλία]] με την οποία επιτυγχάνεται η [[τοποθέτηση]] και [[τάνυση]] της ερπύστριας ερπυστριοφόρου οχήματος<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «[[μετά]] τινος τροχιλίας»<br /><b>μτφ.</b> με [[ευστροφία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τροχίλος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ία</i>. Η λ. απαντά με ποικίλες μορφές στην Αρχαία, από τις οποίες στη Νέα Ελληνική διατηρήθηκαν οι τ. [[τροχαλία]] και [[τροχιλία]].
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=τροχιλεία -ας, ἡ, en τροχιλία -ας, ἡ, Ion. τροχιλίη [τροχίλος] katrol, windas.
|elnltext=τροχιλεία -ας, ἡ, en τροχιλία -ας, ἡ, Ion. [[τροχιλίη]] [[τροχίλος]] [[katrol]], [[windas]].
}}
{{trml
|trtx====[[pulley]]===
Arabic: مَنْجُور‎; Armenian: ճախարակ; Basque: txirrika, polea; Bulgarian: макара, скрипец; Catalan: politja, corriola; Chinese Mandarin: 滑車, 滑车, 滑輪, 滑轮; Czech: kladka; Danish: trisse; Dutch: [[katrol]], [[windas]]; Esperanto: pulio; Finnish: väkipyörä, pylpyrä; French: [[poulie]]; Georgian: ჭოჭონაქი; German: [[Rolle]]; Greek: [[τροχαλία]]; Ancient Greek: [[ἀντίσπαστος]], [[ἀντίον]], [[ἄσπαστον]], [[ἀνασπαστήριον]], [[ἀρτέμων]], [[ἀρτέμων]], [[ἐπιδρομίς]], [[μάγγανον]], [[ὀνίσκος]], [[ὄνος]], [[περιαγωγεύς]], [[τροχαλία]], [[τροχαρέα]], [[τροχελλέα]], [[τροχηλιά]], [[τροχηλία]], [[τροχιλεία]], [[τροχιλεῖον]], [[τροχιλία]], [[τροχιλίδιον]], [[τροχιλίη]], [[τροχιλλέα]]; Hebrew: גלגלת‎; Hungarian: csiga; Icelandic: trissa, talía; Indonesian: katrol; Irish: ulóg, puilín; Italian: [[carrucola]], [[puleggia]]; Japanese: 滑車; Khmer: រ៉ក; Korean: 도르래; Latin: [[trochlea]]; Maori: tauru; Mon: ရံက်; Norwegian Bokmål: trinse, trisse; Papiamentu: katròl; Portuguese: [[roldana]]; Romanian: scripete; Russian: [[блок]], [[шкив]]; Serbo-Croatian Cyrillic: чекрк; Roman: čekrk; Slovak: kladka; Slovene: škripec; Spanish: [[polea]], [[roldana]]; Swedish: trissa; Tagalog: tangkalag, kalo; Telugu: కప్పీ, గిలక; Thai: รอก; Turkish: makara; Vietnamese: ròng rọc
}}
}}